7.2.10

The Small Secret

Είχε αρχίσει να ξημερώνει.
Καθόμασταν μέσα στο αυτοκίνητο και πρωτοτυπούσαμε, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον.
-Έχει και συνέχεια...;
-Είναι κάτι που δεν σας έχω πει... Αλλά πρέπει να τα ξέρετε όλα...
-Προλαβαίνουμε να ανέβουμε επάνω ή δεν κρατιέσαι...; Γιατί ξημερώνει, λίγο...
-Να ανέβουμε, Αφέντρα...
-Δε γαμιέται. Πάμε.

Το πρώτο πράγμα που έκανε, μόλις μπήκαμε στο διαμέρισμα, ήταν να ανοίξει το ψυγείο και να πάρει μία Coca Cola.
Κατάλαβα ότι τα πράγματα ήταν σοβαρά...
-Αν δεν πάθεις απόψε γαστροραγία, μα τη Παναγία, δεν ξέρω πότε θα την πάθεις...
Κάθησα στο κρεβάτι και περίμενα να έρθει. Αλλά δεν εμφανιζόταν.
-Να τον ψιλοπάρω εγώ, μέχρι να το αποφασίσεις...;, του φώναξα.
Φάνηκε στην πόρτα.
-Θα μου κάνεις την τιμή να καθήσεις ή προτιμάς να σηκωθώ κι εγώ...;, έδειξα με το χέρι.

Πλησίασε φοβισμένος(;) και κάθησε. Πάλι στην άκρη.
Ξάπλωσα κι έκλεισα τα μάτια.
-Πες μου όταν είναι, ε...;
-Αφέντρα...
-Ααα... άσε ήσυχη την Αφέντρα και μπες στο θέμα. Τι άλλο πρέπει να μάθω απόψε...
-Να φέρω τα τσιγάρα μας...;, ρώτησε, κοιτάζοντας το αναψυκτικό.
-Για φέρ'τα, να δούμε...
Επέστρεψε με τα τσιγάρα, ανάψαμε από ένα και πήρε βαθειά ανάσα.

-Πριν γνωρίσω εσάς...
-Τα είχες με φορτηγατζή;
Γύρισε ξαφνιασμένος.
-Όχι, Αφέντρα!
-Με νταλικέρη...;
-Αφέντρα...!
-Το πραγματικό σου όνομα είναι "Τούλα".
-Αφέντρα...
-Της έχεις πρήξει τ΄αρχείδια, της Αφέντρας!, είπα και σηκώθηκα απότομα. Τι ύφος είναι αυτό;! Τι άλλο έχεις κάνει, γαμώτο, που το δικαιολογεί;! Τι με νοιάζει τι έκανες, πριν με γνωρίσεις;!
-Νομίζω, σας νοιάζει, Αφέντρα...
-Ωραία! Λέγε!, σταύρωσα τα χέρια στο στήθος. Αλλά θα με κοιτάς! Μες στα μάτια, μη σου γαμήσω, πρωινιάτικο!

Με κοίταξε στα μάτια, πραγματικά φοβισμένος.
-Διάολε... τι θα πεις...; Τι έχεις κάνει...;, ανησύχησα.
-Πριν γνωρίσω εσάς...
-Άντε πάλι... Ναι;! Πριν γνωρίσεις εμένα...;
-Πριν γνωρίζω εσάς, πήγαινα σε μία γυναίκα... επαγγελματία...
Έμεινα να τον κοιτάζω για λίγο και μετά κούνησα το κεφάλι.
-Όλο αυτό το ύφος, είναι επειδή πήγαινες σε πουτάνα...; Με κοροϊδεύεις...;
-Όχι, Αφέντρα! Αλήθεια σας λέω...
-Και τι θέλεις να κάνουμε τώρα; Είπαμε, δεν ήθελες τη Β. Κάτι έπρεπε να κάνεις κι εσύ. Εγώ τι θέλεις να κάνω τώρα;
-Μα δεν πήγαινα για να κάνω sex...
-Παίζατε τις κουμπάρες...;
-Όχι, Αφέντρα...

Κοίταζα γύρω μου, σαν χαμένη.
-Συγγνώμη, έπιασα το κεφάλι μου. Πήγαινες σε πουτάνα και δεν κάνατε sex...; Και δεν με κοροϊδεύεις...; Ok... Και τι κάνατε;
-Με εκπαίδευε..., στραβοκατάπιε.
-Σε τι...; Στο κυνήγι της μπεκάτσας...;
-Να κρατιέμαι...
-Μακριά από τα ναρκωτικά...; Να μη τα κάνεις 'πάνω σου...;, δεν καταλάβαινα Χριστό...

Άφησε την Coca Cola στο κομοδίνο, έσβησε το τσιγάρο και του έδωσα κι εγώ το δικό μου.
Κάθησε οκλαδόν και έβαλε τα χέρια μου στα δικά του.
-Αφέντρα... δεν ξέρω αν θα το καταλάβετε... Όταν αποδέχθηκα αυτό που είμαι, μπήκα να ψάξω στο internet. Εκεί βρήκα διάφορα video και φωτογραφίες.
-Και τον έπαιζες.
-Όχι, Αφέντρα... αυτό ήταν το πρόβλημα...
-Δεν είχες στύση...;!, παραξενεύτηκα.
-Δεν πρόλαβα να κάνω κάτι...
Έβαλα τα γέλια.
-Και;! Τι έγινε;! Φυσικό μού ακούγεται...
Ο Χ κούνησε το κεφάλι του.
-Όχι, Αφέντρα... Εγώ φοβήθηκα... Σκέφτηκα πως αν βρω μία γυναίκα, σαν εσάς, δεν θα μπορούσα να την ικανοποιήσω... Και φοβήθηκα...

Μου έσφιγγε τα χέρια στις παλάμες του, κοιτάζοντάς τα.
Ήταν στενοχωρημένος...
Κάθησα όσο πιο κοντά του μπορούσα και άλλαξα ύφος.
-Θέλεις να μοιραστούμε την Coca Cola σου...;, τον ρώτησα μαλακά.
Με κοίταξε σκεπτικός.
-Δεν θέλεις να μοιραστούμε την Coca Cola σου..., του χαμογέλασα, κουνώντας το κεφάλι.
Έστρεψε αμέσως το σώμα του. Πήρε την Coca Cola και μου την έδωσε. Δεν άνοιξα το χέρι μου, μέχρι να με κοιτάξει.
-Ok... Θα μοιραστούμε την Coca Cola, θα καπνίσουμε αλλά θα με κοιτάς. Και δεν θα έχεις αυτό το ύφος. Ό,τι έγινε, έγινε πριν χρόνια. Αν σε κάνει να αισθάνεσαι άσχημα, θα ήταν καλύτερα να κοιμηθούμε. Δεν υπάρχει λόγος να είσαι έτσι. Προσπάθησε να μου εξηγήσεις ό,τι δεν καταλαβαίνω κι εγώ θα προσπαθήσω να το καταλάβω. Σύμφωνοι;
Το χαμόγελο του Χ επέστρεψε στα χείλη του και αναθάρρησε.
-Δεν ξέρω τι γνώμη θα σχηματίσετε για 'μένα, Αφέντρα, όταν σας πω..., είπε χαμηλόφωνα.
-Όταν ολοκληρώσεις, θα σου πω, ok;

Καθόμασταν οκλαδόν, ο ένας απέναντι από τον άλλο, καπνίζοντας και πίνοντας Coca Cola - από το ίδιο μπουκάλι -, ενώ έξω είχε ξημερώσει για τα καλά.
-Το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό, ήταν να ψάξω για μία επαγγελματία. Βρήκα ένα site και πήρα τηλέφωνο. Πήγα και της είπα το πρόβλημά μου. Της είπα ότι δεν με ενδιαφέρει το sex, ότι δεν θέλω να κάνουμε τίποτα και ότι θέλω να παρακολουθώ ό,τι κάνει σε άλλους. Χωρίς να συμμετέχω... Στην αρχή πλήρωνα. Κάποια στιγμή, με ρώτησε γιατί το κάνω. Της είπα την αλήθεια. Ότι φοβόμουν, πως αν βρω τη γυναίκα που έψαχνα, δεν θα μπορούσα να την κρατήσω. Γιατί δεν μπορούσα να κρατηθώ εγώ... Της εξήγησα ότι αυτό με βοηθούσε να ελέγξω τον εαυτό μου. Τότε μου είπε να πηγαίνω μετά τη δουλειά, για μισή ώρα. Χωρίς να με χρεώνει... Και... και...
-Και...; Τι έκανε...;, τον ρώτησα ψιθυριστά.

Με κοίταξε αμίλητος για λίγο.
-Με έμαθε να ελέγχω τους οργασμούς μου...
Έκανα λίγο πίσω.
-Πως...;
-Αφέντρα..., ταράχτηκε πάλι.
Του έπιασα το πρόσωπο.
-Η Αφέντρα, ξέρει να ακούει... Και να καταλαβαίνει... Δεν σε γνώρισε εχθές... Είπες ότι θέλεις να τα ξέρει όλα... Δεν τη βοηθάς έτσι... Η Αφέντρα, είναι άβγαλτη... Αρχάρια... Βοήθησέ την να καταλάβει...
Έσφιξε λίγο τα δόντια, ήπιε μία μεγάλη γουλιά Coca Cola και με κοίταξε αποφασισμένος.
Ήθελα να γελάσω... αλλά θα τον φόβιζα...
Κι εκείνος ισορροπούσε, ανάμεσα στον φόβο και την ντροπή...

-Αυνανιζόμουν μπροστά της... Αυτό έκανα... Όταν μου έλεγε να σταματήσω, σταματούσα... Δεν ήταν ωραία γυναίκα... Σ' εμένα δεν άρεσε, δηλαδή... Αλλά είχε εμπειρία... Και αυτό ήθελα εγώ... Να καταλαβαίνει πότε φτάνω στα όριά μου... Και να με σταματάει...
Με κοίταξε, περιμένοντας να δει αντιδράσεις. Ήμουν ανέκφραστη.
-Και...;
-Με τον καιρό, έμαθα... συνήθισα... Και τα πήγαινα καλά... Έκανα μόνος μου δοκιμές στο internet... Έφτασα σε σημείο να μην έχω και καθόλου στύση... Τότε της ζήτησα να παρακολουθήσω, ξανά... Αλλά δεν έπρεπε να το κάνω... Ήταν μεγάλο λάθος...
-Γιατί...;
-Γιατί δεν είχα το μυαλό μου στο να σταματάω τον οργασμό... Αυτό το είχα μάθει... Έμπαινα ο ίδιος στη σκηνή... Και πληγωνόμουν... Εκείνη τη στιγμή δεν έβλεπα εκείνη και κάποιον άλλο, να κάνουν κάτι... Έβλεπα εμένα και μία γυναίκα, όπως την ονειρευόμουν από παιδί... Και όταν τελείωναν όλα, εγώ έφευγα καταρρακωμένος... Μία φορά, μόλις βγήκα έξω, με πήραν τα κλάμματα... Ήμουν σχεδόν σίγουρος, ότι δεν θα γνωρίσω ποτέ μία τέτοια γυναίκα... Και αν αυτό δεν είχε γίνει μέχρι τότε στην Α, στην Ελλάδα, δεν υπήρχε πιθανότητα... Την τελευταία φορά που πήγα, δεν είχα καθόλου στύση... Ούτε όταν μπήκα μετά στο internet... Δεν ήθελα να βλέπω πια... Της είπα ότι δεν θα ξαναπάω, της είπα τον λόγο, και μου είπε ότι μπορώ να πηγαίνω όποτε θέλω... Χωρίς χρήματα... Της είπα ότι θα ξαναπήγαινα, μόνον εάν έβρισκα τη γυναίκα που ήθελα... Για να της το πω... Και να την ευχαριστήσω...
-Και τι έκανες μετά...;
-Τίποτα... Το πήρα απόφαση... Είπα "ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει"... Δεν είχα διάθεση για τίποτα...

Σταμάτησε να μιλάει. Έμεινε να με κοιτάζει σκεπτικός.
Ένα χαμόγελο είχε αρχίσει να σχηματίζεται στα χείλη του.
-Αλλά ξαναπήγα..., είπε ντροπαλά. Ξαναπήγα και της είπα για εσάς... Χάρηκε... Μου ζήτησε να σας πάω εκεί, να σας γνωρίσει... Της είπα ότι είστε Ελληνίδα... Της είπα ότι δεν σας αρέσουν τα ταξίδια κι ότι φοβάστε τα αεροπλάνα... Και είπε, όταν θα έρθει εκείνη για διακοπές εδώ, να συναντηθούμε...

Σηκώθηκα όρθια στο κρεβάτι.
Πήρα τα πάντα από δίπλα μας και τα άφησα στο κομοδίνο.
Φοβήθηκε.
Τον κλώτσησα για να ξαπλώσει και πήρα σεντόνια και μαξιλάρια και τον χτυπούσα.
-Διάολε! Δεν φτάνει που με έδωσες στη μητέρα σου! Με έβγαλες και βούκινο στην Α;! Στις πουτάνες;!
Άρχισε να γελάει.
-Γιατί δεν βάζεις τα χέρια σου μπροστά;! Γιατί;! Γιατί πήγες και έκανες τις βρωμιές σου στην Α και ήρθες μετά εδώ για να πηδάς με τις ώρες! Αυτά σε μάθαινε η άλλη;! Εμένα με ρώτησε;! Και όχι τίποτ' άλλο! Μου χάλασε και το παιχνίδι μου;! Το ξέρεις ότι δεν έχεις τιμωρηθεί ούτε μία φορά;! Διάολε! Σήκωσε τα χέρια, αν τολμάς!
Ο Χ, όχι μόνο δεν σήκωνε τα χέρια αλλά είχε σηκώσει το κεφάλι - χωρίς να κλείνει τα μάτια - και ήταν μες στην ευτυχία.

Όταν κουράστηκα, κάθησα επάνω του.
Με έπιασε από τη μέση και χαμογελούσε ακόμα, καθώς είχε γείρει λίγο το κεφάλι.
-Άλλαξε η γνώμη σας, για 'μένα, Αφέντρα...; Πείτε μου... Θα το καταλάβω..., είπε θλιμμένα.
-Φυσικά!, του απάντησα λαχανιασμένη.
Μείναμε λίγο έτσι.
Εγώ βαριανάσαινα κι εκείνος με κοιτούσε και έστρωνε το σεντόνι που φορούσα, στη μέση μου.
-Δεν είμαι τόσο καλός σκλάβος, τελικά..., είπε χαμηλόφωνα.
-Όχι. Είσαι πολύ καλύτερος, απ' όσο περίμενα να είσαι.
Με κοίταξε ξαφνιασμένος.
-Καλύτερος...;, μονολόγησε.
-Ναι. Και για να σου το αποδείξω, θα σε δοκιμάσω. Αλλά καταλαβαίνεις ότι μετά από αυτά, είμαι υποχρεωμένη να ανεβάσω τον βαθμό δυσκολίας..., τον προειδοποίησα. Είσαι έτοιμος...;, τον ρώτησα με μισόκλειστα μάτια.

Τράβηξα το σεντόνι του.
Ήταν πανέτοιμος.