12.2.10

Paranoia, As A State Of Mind

Νόμιζα πως είχα παραισθήσεις... Τι είχε, μόλις, πει;...

Σηκώθηκα από τον καναπέ.
-Πάω να κοιμηθώ, δήλωσα αυστηρά. Δεν με ενδιαφέρει τι θα κάνεις. Θα κλείσω την πόρτα και όταν θα βγω, να έχεις συνέλθει. Δεν με ενδιαφέρει με ποιον τρόπο. Κανόνισε να έχεις συνέλθει, μόνο.

Ξάπλωσα.
Είπα στον εαυτό μου να ηρεμήσει, για να μη ξεράσει.
Κοιμήθηκα.
Όταν σηκώθηκα, το είχα κι όλα ξεχάσει. Η ζάλη είχε υποχωρήσει, ένοιωθα πιο δυνατή και ήμουν καλύτερα.
Ήθελα, σαν τρελή, να κάνω μπάνιο...

Ο Χ δούλευε στον υπολογιστή και ήταν αργά το απόγευμα.
Τα δάκτυλά του έτρεχαν στα πλήκτρα και ήταν αφοσιωμένος.
-Ήθελα να 'ξερα, πως το κάνεις αυτό..., άκουσε τη φωνή μου και γύρισε ξαφνιασμένος.
-Είστε καλύτερα, Αφέντρα;, ρώτησε χαμηλόφωνα, κοιτάζοντάς με από πάνω μέχρι κάτω.
-Ναι... Θέλω να κάνω μπάνιο... Δεν μπορώ άλλο...
-Να σας ζεστάνω νερό..., σηκώθηκε για να ανάψει τον θερμοσίφωνα.

Κάθησα στον καναπέ, κάθησε στο πάτωμα.
-Δεν έπρεπε να έρθεις, σοβαρά. Εγώ είμαι άρρωστη, εσύ έχεις μία προθεσμία...
-Εάν είχατε internet, μπορεί και να μην ερχόμουν, Αφέντρα. Θα σας έβλεπα στην κάμερα και θα ήμουν ήσυχος. Αλλά χωρίς υπολογιστή, δεν μπορούσα να ξέρω πόσο σοβαρά είστε. Κι εσείς κρύβεστε... δεν μιλάτε... Δεν ήξερα τι να υποθέσω... Δεν θέλω να κάνω πράγματα, που δεν μου έχετε ζητήσει... Αλλά δεν μπορούσα να μην έρθω, όταν ξέρω ότι δεν είστε καλά...
-Ναι, αλλά έπρεπε να δουλέψεις.
-Δεν θα μπορούσα να δουλέψω, Αφέντρα. Με τίποτα. Εκτός κι αν σας είχα στην κάμερα, να σας βλέπω, έστω, να ξαπλώνετε ή να κοιμάστε. Κι ας μη μου μιλούσατε... Το σκέφτεστε καθόλου, να πάρουμε έναν υπολογιστή....;
-Και να χάσω τις κασέτες;! Αδύνατον! Είμαι στο παρά 5 να βγάλω γκόμενο τον courier. Δεν θα μου κόψεις εσύ την τύχη, χαρά μου...

Χαμογέλασε ντροπαλά.
-Ναι... Θα σταματούσα τις κασέτες...
Μείναμε αμίλητοι.
-Αν είστε έγκυος...;
Μου ήρθε τρέλα... Τρέλα, όμως...
-Αν είστε έγκυος, Αφέντρα...;
Προσπάθησα να συγκρατήσω τα νεύρα μου.
-Δεν είμαι έγκυος, ξεκόλλα..., του είπα στα πρόθυρα της παράκρουσης.

Σηκώθηκε και πήγε στον υπολογιστή.
-Αφέντρα..., ξεκίνησε χαμηλόφωνα. Εδώ λέει, ότι η γυναίκα που μένει έγκυος, έχει τα συμπτώματα που έχετε εσείς. Θέλει να κάνει εμετό, ζαλίζεται, νοιώθει αδιαθεσία...
Σηκώθηκα κι εγώ και - κοιτάζοντάς τον, έτοιμη να του χιμήξω - είδα να έχει καμμιά 10ριά παράθυρα ανοικτά, όλα με κοιλιές, όλα με γεννητούρια...
-Είσαι καλά...;, τον ρώτησα σε ήπιο τόνο αλλά νευριασμένη. Δεν είμαι έγκυος! Δεν είμαι έγκυος!
-Μα εδώ λέει...
-Στ' αρχείδια μου τι λέει!, ξέσπασα. Εγώ τι σου λέω! Η γυναίκα που είναι έγκυος, έχει πρωϊνή αδιαθεσία! Πρωϊνή! Εμένα ξεκίνησε από το βράδυ! Η γυναίκα που μένει έγκυος, τρώει! Εγώ δεν μπορούσα ούτε να σκεφτώ το φαγητό!
-Κι αυτό το λέει!, πετάχτηκε και έδειξε με το δάκτυλο την οθόνη. Δεν μπορείτε να φάτε, γιατί στις αρχές, σας έρχεται εμετός! Μετά θα σας ανοίξει η όρεξη!

Δεν ήξερα αν έπρεπε να γελάσω ή να βάλω τα κλάμματα...
Είχα φτάσει στα όριά μου, λέμε...
-Θα σταματήσεις;!, τον ρώτησα με σφιγμένο στόμα. Δεν είμαι έγκυος, συλλάβισα.
-Πως το ξέρετε, Αφέντρα...;
-Μιλάς με τον άνθρωπο που σου φοράει τα προφυλακτικά!, άνοιξα τα χέρια μου, σηκώνοντας τους ώμους, σε μία κίνηση απελπισίας.
-Κι αν έχει γίνει κάτι, κατά λάθος...;, πήρε μία λυπημένη έκφραση.
-Τα λάθη διορθώνονται!

Δεν έπρεπε να το πω αυτό...
Θα ήταν καλύτερα να τον χτυπούσα με όλη μου τη δύναμη...
Διότι, ενώ στην αρχή, νόμιζα ότι ησύχασε και μπήκε το μυαλό του στη θέση του, όταν κατάλαβα ότι με αυτό που είπα, τον ισοπέδωσα, αισθάνθηκα χειρότερα από ό,τι αισθανόμουν 24 ώρες πριν...
Κάθησε στον καναπέ, ράκος... Ράκος, όμως...
Δεν ήξερα τι να κάνω... τι να πω...

-Αυτό θα είναι το παιδί μας...; Ένα λάθος...;, είπε συντετριμμένος.
Τον πλησίασα και κάθησα στο τραπέζι του καφέ, μπροστά του.
Δεν μπορούσε να μου συμβαίνει κάτι τέτοιο...
-Δεν είμαι έγκυος, Χ..., του είπα ήρεμα, προσπαθώντας να εκλογικεύσω τα παράλογα. Δεν έχουμε να συζητήσουμε για κάποιο παιδί... Όταν γνωριστήκαμε, δεν λέγαμε ότι δεν μας αρέσει ο γάμος και ότι δεν θέλουμε παιδιά...; Γιατί παραλογίζεσαι...;
-Ναι..., το λέγαμε..., είπε σαν να μονολογούσε. Αλλά αν συνέβαινε...;
-Ok... Εάν συνέβαινε, δεν ξέρω. Εντάξει; Δεν ξέρω πως είναι να υπάρχει μία ζωή μέσα σου. Θα πρέπει να είναι κάπως. Δεν μιλάω για κάποιο συναίσθημα. Δεν καταλαβαίνω από συναισθήματα εγώ, αν με ρωτάς για κάτι τέτοιο. Αλλά το μητρικό, δεν είναι συναίσθημα. Είναι ένστικτο. Και δεν ξέρω πως θα αντιδρούσα. Και τι αποφάσεις θα έπαιρνα. Να το έκανα έτσι, όχι δεν θα το έκανα. Να μου ανέκυπτε, δεν ξέρω. Εδώ κάνω πράγματα με έναν άνδρα, που δεν τα έκανα ποτέ. Γιατί δεν τα ήθελα. Και τώρα τα ζητάω. Το καταλαβαίνεις αυτό που λέω;
-Ναι, Αφέντρα...
-Δεν ήθελα να μιλήσω έτσι... Δεν ακούστηκε ωραία...
-Το κατάλαβα, Αφέντρα... Ξέρω πως το είπατε...

Δεν μιλούσε, δεν με κοιτούσε. Σκεφτόταν.
Δεν ήταν καλά...
-Ένα παιδί..., ξεκίνησα να του αναλύω.
-... ένα κοριτσάκι..., σήκωσε ξαφνικά το κεφάλι. Έλαμπε, σαν Χριστουγεννιάτικο δέντρο...
Πήρα ένα ύφος, σαν να έβλεπα το πρόσωπό του να γίνεται καλειδοσκόπιο...
-Εεεμ..., κοριτσάκι...;..., γύρισα το κεφάλι μου στο πλάι, ανασηκώνοντας το φρύδι.
-Ναι!, είπε μισοενθουσιασμένος. Ένα κοριτσάκι που θα φοράει φουστανάκια! Θα του κάνουμε κοτσιδάκια... Θα το παίρνουμε αγκαλιά...

Ok...
Είχαμε ξεφύγει. Εντελώς, όμως...