13.2.10

daddy's Little Girl

Ο Χ είχε σηκωθεί και χειρονομούσε στον αέρα, περιγράφοντας το παιδί μας...
Όχι, όχι, το παιδί μας! Το κοριτσάκι του...
Πως θα ήταν, τι θα του κάναμε, που θα το πηγαίναμε.
Όταν άνοιξε και μία Coca Cola, κατάλαβα ότι η κατάστασή του ήταν κρίσιμη...

Κρατιόμουν από το τραπεζάκι, για να μη του το πετάξω στο κεφάλι.
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, εμείς τη φυλακή δεν τη γλυτώναμε πάντως...
Τον άκουγα, με ανοικτό το στόμα, και τον έβλεπα να πηγαινοέρχεται γεμάτος ενθουσιασμό, πίσω από το πάσο.
-Μήπως έχεις βρει και το όνομα...;, τον ρώτησα ειρωνικά.
-Όχι, Αφέντρα! Εσείς θα το αποφασίσετε αυτό!, είπε βέβαιος.
-Σου είμαι υπόχρεη..., έβαλα το χέρι μου στο στήθος. Με τιμά αυτό... Σ' ευχαριστώ...

Σταμάτησε. Με κοίταξε συνεσταλμένα.
-Γιατί, Αφέντρα...;, ρώτησε με νάζι.
Γιατί δεν τον σκοτώνω, να τελειώνουμε;..., αναρωτήθηκα.
Σηκώθηκα από το τραπέζι του καφέ, έσφιξα το σεντόνι γύρω μου, πέταξα την μία άκρη πίσω από τον ώμο μου και πήρα ένα ύφος από τα αγαπημένα μου. Διάλεξα και έναν τόνο ασορτί, και τον πλησίασα απειλητικά.
-Γιατί, χαρά μου, εμένα μου αρέσουν τ' αρσενικά. Κι αυτή η μήτρα, αν είναι να συλλάβει, θα συλλάβει αγόρια. Με κάτι πουλιά, να!, άφησα ανάμεσα στις παλάμες μου κάνα μισόμετρο κενό. Γιατί κανένα άλλο θηλυκό δεν πρόκειται να μεγαλώνει μαζί μου. Μόνον αρσενικό. Και θα είναι Dom. Όχι, όμως, επειδή θα μισεί τις γυναίκες και θα τις θεωρεί κατώτερές του. Αλλά επειδή θα τις γουστάρει τόσο πολύ, που θα θέλει να έχει χαρέμι! Και θα τον εκπαιδεύσω εγώ! Το καταλάβαμε;...

Ο Χ, αντί να μουτρώσει, ενθουσιάστηκε περισσότερο!
Είχα φτάσει στην άλλη μεριά του πάσου κι εκείνος με κοιτούσε μες στα μάτια, με λατρεία.
-Δεν ξέρω γιατί χαίρεσαι..., του είπα με το ίδιο ύφος, στον ίδιο τόνο. Πάντως, αν θέλεις να ξεκαυλώσεις, μπορώ να σε πάω στο J και να σου πάρω ό,τι θέλεις από κοκκαλάκια και σκατουλάκια. Βάλ'τα στο συρτάρι σου, και όταν θα βρεις γκόμενα για να σου κάνει κοριτσάκια, πήγαινέ της τα δώρο. Πες της, από 'μένα. Αν, τώρα, αποφασίσεις ότι θέλεις παιδιά δικά μου, να κανονίσεις να είναι αρσενικά. Και να έχεις φροντίσει να αδειάσεις το συρτάρι σου. Γιατί σκοπεύω να το γεμίσω, μαστίγια και χειροπέδες. Τα δικά μου αγόρια, θα παίζουν με τα riding crop τους από την κούνια. Το καταλάβαμε κι αυτό;...

Παράτησε την Coca Cola και πήρε φόρα να 'ρθει.
Σήκωσα αργά το χέρι μου.
Φρέναρε εκεί που βρισκόταν.
-Πήγαινε να μου ετοιμάσεις το μπάνιο, χαρά μου, του είπα υποτιμητικά. Και από 'δω και στο εξής, όταν θα σε πιάνουν οι καύλες για κοριτσάκια και μαλακίες, να θυμάσαι ότι έχεις ήδη ένα. Όχι, κοριτσάκι. Κορίτσαρο. Ούτε κορίτσαρο! Γυναίκα... Και, μάλιστα, γυναικάρα. Βλέπεις. Δεν λέω "μουνάρα"..., του κούνησα το δάκτυλο, ανασηκώνοντας τα φρύδια. Δεν θέλω να το βαρύνουμε. Κάνε τα κουμάντα σου, λοιπόν. Έφυγες!

Ετοίμασε το μπάνιο μου, αστραπή.
Για πότε έσβησε θερμοσίφωνες, πήγε και έφερε πετσέτες, έβγαλε αφρόλουτρα, σαμπουάν, τα σαπούνια της μικρής, και γονάτισε μπροστά στην πόρτα του μπάνιου, ούτε που κατάλαβα...
-Έτσι... έτσι..., του είπα ικανοποιημένη - κλωτσώντας τον χιτώνα μου - κι έβαλα το πέλμα μου στο πόδι του. Ελπίζω να μην χρειαστεί να κάνουμε αυτή τη συζήτηση, ξανά. Γιατί, ξέρεις πόσο θα νευριάσω...
-Ξέρω, Αφέντρα..., είπε λαχανιασμένος.
-Πολύ καλά. Δουλεύουμε, τώρα!, είπα απότομα.
Πετάχτηκε όρθιος και πήγε στον υπολογιστή.
Είχαμε ξαναμπεί σε σειρά...

Έκανα ένα από τα ωραιότερα ντους της ζωής μου...
Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα, από το μπάνιο.
Δεν υπάρχει, όμως!
Έβλεπα το νερό να τρέχει μαύρο, από το σώμα μου και γινόμουν άλλος άνθρωπος.
Ήμουν σίγουρη, πως το ότι δεν μπορούσα να κάνω μπάνιο 2 μέρες, καθυστερούσε την ανάρρωσή μου.
Έλουζα τα μαλλιά μου και άφηνα να γεμίσει το πρόσωπό μου αφρούς από το σαμπουάν, λες και ήθελα να τους φάω.

Βγήκα με τις πετσέτες.
-Γδύσου!, τον διέταξα.
Γύρισε και με κοίταξε, σαν να ακούσε να γκρεμίζεται τοίχος.
-Είναι κάτι που πρέπει να ξαναπώ...;
Σηκώθηκε και έβγαλε τα ρούχα του αμέσως.
-Γιατί δεν φοράς το κολλάρο σου....;, τον ρώτησα με μισόκλειστα μάτια.
Έβαλε, μηχανικά, το χέρι στον λαιμό του.
-Το κολλάρο, είπα, διάολε! Τώρα!

Ο Χ, όταν ερχόταν - τελείωναν τα παρορμητικά του κι άρχιζε τις μετάνοιες... - το πρώτο πράγμα που έκανε, είναι να μου προσφέρει το κολλάρο του, γονατισμένος. Ό,τι κι αν κάναμε, το κολλάρο δεν έβγαινε, μέχρι να φύγει. Πολλές φορές - τον χειμώνα - το φορούσε και έξω, καλύπτοντάς το με ένα κασκόλ, που δεν έβγαζε ποτέ.
Ήταν, όμως, απολύτως λογική η παράλειψή του, διότι η ανησυχία του ήταν τόση, που δεν μπορούσε να σκεφτεί ορθά...
Η Domme, όμως, είχε γίνει καλά...
Και ήθελε τη ρουτίνα Της πίσω...

Γονάτισε μπροστά μου.
Ήμουν αυτή που ήξερα, πάλι...
Του έβαλα το κολλάρο κι εκείνος είχε πιάσει τους γλουτούς μου, ακουμπώντας πάνω στη μικρή μου, το μέτωπό του.
Αυτή που ήμουν, του είχε λείψει...
Μου φίλησε τα χέρια.
-Πήγαινε να αδειάσεις όσο νερό έχει μείνει στον θερμοσίφωνα και να γεμίσεις την μπανιέρα, είπα μαλακά, κοιτάζοντας το κολλάρο του.
-Μάλιστα, Αφέντρα..., είπε χαμηλόφωνα, με σκυμμένο κεφάλι.
-Θέλω να ρίξεις μέσα ένα ολόκληρο αφρόλουτρο! Ολόκληρο, όμως!
-Μάλιστα, Αφέντρα..., επανέλαβε. Μπορώ να σας ετοιμάσω το μπάνιο, όπως θέλω εγώ...;, ρώτησε δειλά.
-Φυσικά..., του απάντησα.

Είχε νυχτώσει.
Άνοιξα το παράθυρο της κουζίνας, την μπαλκονόπορτα του σαλονιού, και ετοιμαζόμουν να μπω στην κρεβατοκάμαρα. Ήθελα να μπει φρέσκος αέρας, μέσα στο σπίτι. Είχα συνέλθει, αλλά χωρίς αέρα, δεν ήταν αυτό που ήθελα.
Όταν μπήκα στο δωμάτιο, είδα στο κρεβάτι νέα σεντόνια - καθαρά, τέλεια στρωμμένα... -, το πορτατίφ στη θέση του και τίποτα δεν θύμιζε τις ώρες που είχαν περάσει.
Τις είχε διαγράψει εκείνος...

Άκουγα συνέχεια θόρυβο.
Κάτι έσερνε, κάτι χτυπούσε, κάτι άνοιγε... Δεν καταλάβαινα.
Πήγα να βάλω μουσική - για να 'ρθω στα ίσα μου - και πλησιάζοντας την πόρτα του μπάνιου, είδα τον χώρο φωταγωγημένο από δεκάδες ρεσώ.
Στα πλακάκια, στο πλυντήριο, στον νιπτήρα, περιμετρικά της μπανιέρας...
Τον κοίταξα και έβαλα τα γέλια.
Ήρθε και γονάτισε μπροστά μου, αγκαλιάζοντας τα πόδια μου.
-Γιατί δεν κατέβασες το καπάκι, να βάλεις και μερικά πάνω στη λεκάνη;, του χάϊδεψα τα μαλλιά.
-Αφέντρα... είμαι τόσο χαρούμενος που είστε καλά..., είπε ανακουφισμένος.
-Ναι... Αλλά τι είναι όλα αυτά;... Αφρόλουτρο ήθελα να κάνω. Όχι να γυρίσω τσόντα.

Του έστρεψα το πρόσωπο προς το δικό μου.
-Θέλω να μπεις μέσα και να ξαπλώσεις, του είπα σταθερά. Θα ξαπλώσω επάνω σου. Δεν έχω καμμία διάθεση να επανέλθει το κρύωμα. Θα κάνεις τη μόνωση. Καταλαβαίνεις;...
Κούνησε το κεφάλι, και μπήκε στην μπανιέρα.
Ξάπλωσα επάνω του.
-Ευτυχώς που έκανα ντους, του είπα σκεπτική. Γιατί τώρα το νερό θα ξέβραζε σκουλήκια!
Γελούσε...
-Δεν έχετε ξανακάνει αφρόλουτρο, Αφέντρα..., παρατήρησε.
-Ναι. Δεν μου αρέσει να βάζω τη μικρή μου σε αλκαλικά σαπούνια. Και τα σαπούνια της μικρής, δεν κάνουν για αφρόλουτρα.

Με έσφιξε στην αγκαλιά του.
Ένοιωσα την παλάμη του, πάνω στην κοιλιά μου.
Χαμογέλασα. Δεν το είχε ξεπεράσει...
-Δεν είναι τίποτα εκεί μέσα.
-Το ξέρω, Αφέντρα..., είπε λυπημένος.
-Αν ήταν κάτι εκεί μέσα, αυτή τη στιγμή θα σε είχα λιώσει!
-Γιατί, Αφέντρα...;, ρώτησε αθώα. Δεν θα έκανα κάτι επίτηδες... Θα συνέβαινε από μόνο του...
-Όχι, χαρά μου... Αν ήμουν έγκυος, δεν θα μπορούσες να κλείσεις τα χέρια σου γύρω μου... Θα ήμουν τεράστια.
Δεν μιλούσε. Δεν τον έπειθα.
-Θα χρειαζόμουν πλαστική, για να επανέλθω..., τον ξενέρωνα. Δεν πρόλαβες να διαβάσεις τα μετά, ε; Ε, λοιπόν, όσο κρατά η εγκυμοσύνη, τόσο καιρό κάνει το σώμα της γυναίκας για να επανέλθει. Τουλάχιστον! Χάλια, λέμε...
-Θα πηγαίναμε σε πλαστικό, Αφέντρα..., δεν ξενέρωνε με τίποτα.

Ok... Πάμε άλλη μία...
-Τα βυζιά μου, θα μεγάλωναν! Η λεκάνη θα άνοιγε!
Θα ήμουν χοντρή!
Κάτι είχε αρχίσει να με ενοχλεί, μέσα στο νερό, πίσω μου, χαμηλά...
-Τότε, Αφέντρα, σκεφτείτε σύντομα εάν θέλετε ένα παιδί... Αγόρι, εννοώ..., είπε κάπως.
-Για να μεγαλώσει ο κώλος μου;!, γύρισα λίγο να τον κοιτάξω με την άκρη του ματιού.
-Εμένα δεν με πειράζει, Αφέντρα... Αν πειράζει εσάς, θα πάμε σε πλαστικό, μετά... Μην τα σκέφτεστε αυτά...

Ok... Πάμε ξανά...
-Μα θα γίνουν όλα πολύ μεγάλα!
Ο κώλος μου;! Ο κώλος μου, θα γινόταν τεράστιος!
Ναι, ήταν η στύση του αυτό που με ενοχλούσε...
Γύρισα απότομα.
-Συγγνώμη... Αυτό που μεγαλώνει, είναι το πουλί σου...; Γιατί εμένα ο κώλος μου, έχει απλώς παπαριάσει, τώρα...
Ξέσπασε σε γέλια.
-Διάολε! Ντροπή σου! Έτσι φέρονται σε μία έγκυο γυναίκα;!, χτύπησα την επιφάνεια του νερού και γύρισα στη θέση μου.

Ο Χ με έλιωσε από το σφίξιμο.
-Αφέντρα... καλύτερα να μην κάνουμε παιδί..., είπε στο αυτί μου, ψιθυρίζοντας.
Τον είχα νικήσει!

-Είμαι πιο ανώμαλος, απ' όσο νομίζω... Μπορεί να του έκανα κακό..., είπε σκεπτικός.
Τ' αρχείδια μου, είχα νικήσει...

Μείναμε για λίγο αμίλητοι.
-Έχεις διαβάσει Kundera;, τον ρώτησα, απολαμβάνοντας την αγκαλιά του. Σε ένα βιβλίο του έλεγε, ότι δεν μπορεί να δεχθεί την αλλαγή του γυναικείου σώματος, κατά την εγκυμοσύνη... Ότι του φαίνεται εγκληματικό, να μετατρέπεται το στήθος που λατρεύει, σε σακούλες με γάλα...
-Ναι, Αφέντρα..., απάντησε ήρεμα. Και στο ίδιο βιβλίο λέει, ότι αυτοί που κρίνουν τη γυναίκα από την εξωτερική της εμφάνιση, δεν έχουν ερωτικές εμπειρίες. Γιατί αν είχαν, θα καταλάβαιναν ότι η γυναίκα είναι ικανή να τους δώσει πολλά περισσότερα, από εκεί που σταματάει το μάτι τους.

Αρρώστησα...
Άρχισα να ζαλίζομαι...
Ένοιωθα το στομάχι μου να ανακατεύεται, ξανά...
Είχα μουδιάσει...
Η αναπνοή μου είχε αλλάξει...

Άφησα το σώμα μου να ξαπλώσει κανονικά επάνω στο δικό του και έκλεισα τα μάτια, αφήνοντας το κεφάλι μου να γείρει, βαρύ, στον ώμο του...
-Αφέντρα...;, είπε ανήσυχος.
-Θέλω να σε δέσω..., μπόρεσα να βγω για λίγο από τη νιρβάνα μου.