15.1.10

This Happens To Be My Choice

Εκείνο που θέλω να πω, είναι απλό.
Δεν μου άρεσε ούτε ο τρόπος που άγονταν οι άνδρες, ούτε ο τρόπος που φέρονταν οι γυναίκες.
Και το αντίστροφο.

Για μένα η γυναίκα, στο μυαλό μου, ήταν αλλιώς.
Το ίδιο και ο άνδρας.
Πίστευα ότι αυτή η εικόνα, είναι καθαρά ουτοπική.
Αλλά, ακόμα κι αν δεν ήταν, με ποιον μπορούσα να το διασταυρώσω;

Σε ποιον μπορούσα να πω, αυτά που σκεφτόμουν;
Εκείνα που περίμενα από έναν σύντροφο;
Κι εκείνα που ήθελα να δώσω σε έναν σύντροφο;
Δεν ήταν σίγουρο ότι θα μου φορούσαν εκείνο το ωραίο, λευκό πουκαμισάκι, που τα μανίκια δένουν σταυρωτά, πίσω στην πλάτη;
Ήταν.

Εγώ ήθελα έναν άνδρα, που θα έβγαινε έξω από τα όριά του, έξω από τον εαυτό του. Για μένα.
Ήξερα ότι είχα τη δύναμη να του το επιβάλλω.
Δεν ήθελα. Δεν με ενδιέφερε.
Το ζήτημα, για μένα, ήταν να το έκανε από μόνος του.

Δεν έδωσα ποτέ σημασία, σε ό,τι έδιναν οι φίλες μου, οι άλλες γυναίκες.
Χρήματα, αυτοκίνητα, σπίτια, εξοχικά, εξωτερική εμφάνιση, κοιλιακοί.
Ο άνδρας για μένα δεν μετρούσε με το τι ήταν. Αλλά με το τι είχε σκοπό να γίνει.
Εμένα, αυτό με ιντρίγκαρε.

Δεν αισθανόμουν κάποια, με το να με ζηλεύει ένας άνδρας.
Αισθανόμουν ασφυξία.
Ούτε με το να προσπαθεί να με διεκδικήσει, όταν εγώ του εξέφραζα την άρνησή μου.
Αισθανόμουν θυμό.
Για μένα το ναι, ήταν ναι και το όχι, ήταν όχι.
Κρυστάλλινη ειλικρίνεια και ατσάλινη αποφασιστικότητα.

Δεν έπαιζα τη γάτα και το ποντίκι, με τους άνδρες.
Αλλά δεν το καταλάβαιναν.
Νόμιζαν πως είναι τακτική.
Και όσο έβλεπαν την πόρτα, τόσο την χτυπούσαν.
Όσο την χτυπούσαν, τόσο μεγαλύτερη απέχθεια μου προξενούσαν.

Εμένα μου άρεσαν οι άνδρες που ήταν συνεσταλμένοι.
Όχι εκείνα τα παθητικά ανθρωπίδια που συναντάς σε bars & clubs, που πίνουν το ποτό τους με τον αέρα του executive και περιμένουν να τους την πέσεις...
Εκείνοι που το σκέφτονταν καλά, πριν σε πλησιάσουν.
Κι όταν το έπαιρναν απόφαση, σε προσέγγιζαν τόσο ευγενικά. Σου μιλούσαν τόσο απλά.

Αυτοί οι άνδρες, γλύκαιναν λίγο την πικρή γεύση που άφηναν οι γύρω μου.
Και μου τραβούσαν προσοχή και ενδιαφέρον.
Γνώριζα ότι με φοβούνται.
Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Έτσι γεννήθηκα.

Λένε ότι δεν ξέρεις τι σου λείπει, αν δεν το είχες ποτέ.
Εγώ, όμως, ήξερα. Δεν ήξερα πως λέγεται.
Και αν υπήρχε καν.