11.3.10

Turn The Beat Around

Εκείνη την εποχή, άρχισαν να μου αρέσουν πολύ οι λαϊκές παροιμίες.

"Πολύ λάδι και τηγανίτα τίποτα", "Ο μαλάκας στον ανήφορο ή καπνίζει ή τραγουδάει", "Πλέουν τα μήλα στον γυαλό, πλέουν και οι κουράδες", "Μπήκε η ψείρα στο αλώνι, περπατά και καμαρώνει", "Πίσω να πάει ντρέπεται, μπροστά να πάει φοβάται", "Δώσε θάρρος στον χωριάτη, να σ' ανέβει στο κρεβάτι", "Οι ναύτες 'γιναν ναύαρχοι κι οι μούτσοι καπετάνιοι", "Ο Μανώλης με τα λόγια, χτίζει ανώγια και κατώγια", "Από ΄να σακί κάρβουνα, δεν βγάζεις άσπρη σκόνη".

Με άλλα λόγια, έπρεπε να κάνω τον μαλάκα, για να κάνω έναν άνδρα μάγκα.
Αλλά εγώ γεννήθηκα Dame.
Όχι ingénue.
Εμένα δεν μου γέμιζαν το μάτι οι ήρωές τους.
Εγώ ήθελα τους αντι-ήρωες.
Κι εκείνοι, στα μάτια μου, ήταν τσάμπα μάγκες.
Τσάμπα, εντελώς.

Και ενώ αυτό ξεκαθάριζε μέσα μου σιγά-σιγά, δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιον λόγο μου άρεσαν οι άνδρες.
Αμέτρητες φορές με έβαζα κάτω και με ανέκρινα.
"Βρε καλή μου, βρε χρυσή μου... Τι να τον κάνεις τον ψευτόμαγκα; Γιατί τον θέλεις; Γιατί δεν γίνεσαι λεσβία, να έχεις έναν άνθρωπο με το μυαλό στο κεφάλι του; Τι να τον κάνεις τον μαλάκα; Άσ'τον να πάει να γαμηθεί, λέμε...".
Τίποτα.
Κάτι άλλο παιζόταν.
Απλά, δεν το είχα βρει.

Κι εγώ δεν είμαι άνδρας.
Είμαι γυναίκα.
Και δεν κάνω πίσω, όσα εμπόδια κι αν είναι μπροστά μου.
Όλα είναι θέμα χρόνου.

Θα ήταν πολύ απλό, δεν λέω, να μου άρεσαν οι γυναίκες.
Θα ξεμπέρδευα.
Το ότι μου άρεσαν, όμως, οι άνδρες, ήταν τόσο δεδομένο που δεν χωρούσε αμφισβήτηση.
Μόνον εξερεύνηση.

Αν τους μισούσα;
Ναι.
Τους σιχαινόμουν.
Αλλά μέσα μου υπήρχε κάτι που δεν καθόταν καλά.
Και αυτό το "κάτι" με έτρωγε, μου έπινε το αίμα, με αποδεκάτιζε...

Κοιτούσα γύρω μου, και οι γυναίκες είχαν έναν άνδρα δίπλα τους, μόνο για να τον έχουν.
Η κοινωνία; Οι γονείς τους; Ο φόβος της μοναξιάς;
Δεν ήξερα. Αλλά δεν δικαιολογούσα...
Έβλεπα ζευγάρια, που δεν είχαν καμμία σχέση μεταξύ τους. Απλώς, ήταν μαζί.
Ήταν αυτό αρκετό για να είσαι με κάποιον και να τον παντρεύεσαι κι όλα;
Το ότι είναι ένας κάφρος, πολύ κατώτερός σου, δε σου λέει τίποτα;
Ότι πρέπει να ψάξεις για κάποιον άλλο, που να αξίζει;
Κι εσύ κάνεις τα πάντα, για να είσαι μαζί του;
Όταν θα έπρεπε εκείνος να παρακαλάει να είναι μαζί σου;
Γιατί;

Βέβαια, κι εκείνες είχαν τις αντίστοιχες απορίες τους με εμένα.
Για ποιον λόγο, λέει, να θέλω να βρω έναν άνδρα για να τον κάνω ό,τι θέλω;
Μα εγώ, δεν ήθελα να βρω έναν άνδρα για να τον κάνω ό,τι θέλω.
Ήθελα να βρω έναν άνδρα που να θέλει να τον κάνω ό,τι θέλω.
Αυτό που είχαν εκείνες στο μυαλό τους, ήταν η επιβολή.
Έτσι το έβλεπαν.
Ok.

Αλλά εγώ δεν ήθελα την επιβολή.
Ήθελα την υποταγή.
Δεν ήθελα να επιβάλλομαι.
Ήθελα να μου υποτάσσονται.
Και αυτά τα 2, έχουν τεράστια διαφορά.

Αν ήθελα την επιβολή, δεν θα τρωγόμουν.
Θα είχα 10 και θα τους έσερνα κανονικά κι από τη μύτη.
Άνετα, λέμε.
Αλλά θα έσερνα από τη μύτη, ένα ανθρωπάκι από αυτά που κορόϊδευα;
Δεν υπήρχε περίπτωση.

Το "λίγο", μπορούσα να το κάνω "πολύ".
Το "τίποτα", δεν ήθελα να το κάνω "κάτι".