2.4.10

Life's What You Make It

Όταν ο μαθητής είναι έτοιμος, τότε ο δάσκαλος εμφανίζεται.
Και, προφανώς, εγώ θα ήμουν έτοιμη, γιατί γνώρισα την Ν.

Ο λόρδος Chesterfield είχε πει στον γιο του, ότι η μάθηση είναι κάτι που το αποκτά κανείς διαβάζοντας βιβλία. Αλλά η πιο απαραίτητη μάθηση, η γνώση του κόσμου, μπορεί να αποκτηθεί μόνο διαβάζοντας τους ανθρώπους και μελετώντας τους διάφορους τύπους που υπάρχουν.

Έπρεπε, λοιπόν, να ζήσω από κοντά κάποιον από την άλλη πλευρά - προκειμένου να δω πως συμπεριφέρεται -, για να διαμορφώσω το alter ego μου.
Από μόνη μου δεν το 'χα.
Είχα διαβάσει την ψυχολογία τους, ήξερα τα κίνητρά τους, έβλεπα τα αποτελέσματα, αλλά αυτά ήταν η θεωρία.
Και είχα πολύ μεγάλη περιέργεια για την πράξη.

Την περίοδο που μπήκε η Ν στην ζωή μου - ή, μάλλον, εγώ μπήκα στην δική της... -, είχα ήδη την εργασία μου. Η Ν είχε μία επιχείρηση που κάποτε ήταν μεγάλη. Είχε περάσει δόξες, είχε κάνει γνωριμίες, είχε αποκτήσει αρκετά χρήματα. Όταν την γνώρισα εγώ, δεν υπήρχε δόξα, οι γνωριμίες την είχαν ξεχάσει, και τα χρήματα τα είχε ξοδέψει. Την γνώρισα στην παρακμή της, πράγμα σημαντικό για εμένα, διότι θα μάθαινα τι ήταν αυτό που την ανέβασε / αυτό που την κατέβασε / πως τα χειρίστηκε / τι σκόπευε να κάνει τότε.
Η Ν, ήταν το πρώτο μου ανθρώπινο πείραμα.

Η πιθανότητα να γίνουμε φίλες δεν υπήρχε - ποιος είναι φίλος με τα ινδικά χοιρίδια;
Όταν μπήκα στο γραφείο της, σκεφτόμουν να της πω την αλήθεια: ότι έχω δική μου εργασία, ότι θα με ενδιέφερε απλώς να συνεργαστούμε, κτλ. Μόλις, όμως, την είδα να μιλάει σε κάποιους άλλους που ήταν εκεί, μία φωνή μού είπε: "Ή θα το κάνεις καλά ή σήκω και φύγε. Αν είναι να κάνεις κάτι σαν αυτήν, ξεκίνα το από τώρα. Όσα παραμύθια εκείνη, τόσο πιο Χαλιμά εσύ".
Της συστήθηκα σαν υπάλληλος.

Της άρεσα.
Κλείσαμε την συμφωνία, και όσο εκείνη μιλούσε για τα διαδικαστικά και με ξεναγούσε στον χώρο, εγώ την παρατηρούσα. Επέστρεψα σπίτι πετώντας. Από την άλλη μέρα, ήμουν υπάλληλός της. Τα χρήματα που θα έπαιρνα, ήταν λίγα σε σχέση με αυτά της δικής μου εργασίας. Όμως εκείνα που θα μάθαινα, θα ήταν όλα τα λεφτά.

Η Ν ήταν αισχρός άνθρωπος.
Συνδύαζε και τους 2 τύπους: το ανθρωπάκι που πιστεύει ότι δεν είναι τίποτα - λόγω χαρακτήρα - και το ανθρωπάκι που πίστευε ότι ήταν τα πάντα - λόγω εργασίας. Μου είχε κληρώσει jackpot. Ό,τι ήθελα να μάθω, το είχα βρει σε έναν άνθρωπο. Γύριζα στο σπίτι και έπιανα τα μαλλιά μου να τσεκάρω αν ήταν ακόμη στις ρίζες τους. Αυτά που ζούσα για ένα 8ωρο, δεν τα είχα ξαναζήσει ποτέ. Ξυπνούσα νωρίς το πρωί και πήγαινα πρώτη, πράγμα που την έκανε να πιστεύει ότι ήμουν ιδανική υπάλληλος. Εγώ, όμως, έτρεχα για να την προλάβω από την αρχή της ημέρας. Για τον ίδιο λόγο έφευγα τελευταία.

Η Ν με συμπάθησε.
Και ήταν φυσικό, αφού την είχα φλομώσει στην παραμύθα. Το 8ωρο "κάνε ό,τι κάνω", απέδιδε. Με δυσκολία βέβαια, αλλά ήμουν αποφασισμένη για όλα. Την παρατηρούσα να μην μπορεί να κοντρολάρει τα ραντεβού της, την ζωή της, τα νεύρα της, να λέει ακατάπαυστα ψέματα στους πελάτες - κάποιοι από τους οποίους τα κατάπιναν αμάσητα (άλλο δράμα κι αυτό...) -, να κάνει σχέδια που ήξερε ότι δεν θα πραγματοποιήσει ποτέ, να λέει κάτι και μετά από 10 λεπτά άνετα να το παίρνει πίσω ή να μην το θυμάται.

Ήταν μία φρίκη.
Και όσο τα πήγαινα καλά με τα μαθήματά μου, τόσο πιο πολύ με συμπαθούσε. Άρχισα από εκείνη - και συνέχισα με ένα ολόκληρο πελατολόγιο - να χειρίζομαι πρόσωπα και καταστάσεις. Έμαθα τα πάντα για εκείνη, γνώρισα την οικογένειά της - με τραβούσε εκείνη από το χέρι, λέμε... -, γνώρισα τον κύκλο της. Μέχρι που φτάσαμε σε ένα σημείο που δεν πήγαινε άλλο και η αληθινή Νανά είχε αρχίσει να με κλωτσάει.

Ήθελε να γίνουμε φίλες.
Να βγαίνουμε, να μπω στην παρέα της, κτλ. Καταλήξαμε να μπαίνω στο κτίριο και να με περιμένει εκείνη, για να της πω πως πέρασα την προηγούμενη, να μου πει εκείνη για την δική της, να προσβάλλει και να γελάσει εις βάρος ανθρώπων που δεν τους άξιζε. Αν μπορούσα να το συνοψίσω κάπως, θα έλεγα ότι η χαρά της ήταν να φτύνει εκεί που έτρωγε.

Κι εκεί έγινε το μεγάλο μπαμ.
Η Νανά ανέλαβε δράση, όταν μία μέρα μου ζήτησε να μείνω όταν οι άλλοι θα έφευγαν. Δεν μπορούσα να φανταστώ τι με ήθελε, για προαγωγή δεν υπήρχε περίπτωση, κάτι λάθος δεν έκανα, όλοι ήμασταν ευχαριστημένοι, και ιδιαίτερα εγώ, που η πρόοδός μου ήταν μάλλον εντυπωσιακή για τα δεδομένα του χαρακτήρα μου.

Αφού έφυγαν όλοι, κλείδωσε τις πόρτες και μου πρότεινε να καθήσω. Όταν κάθησε κι εκείνη, έβαλε ένα δέμα επάνω στο γραφείο.
-Αυτό είναι για εσένα, είπε χαμογελώντας αινιγματικά.
-Για εμένα...; Τι είναι;, την ρώτησα καχύποπτα.
-Σου πήρα ένα δώρο!, είπε με ενθουσιασμό.
Έσφιξα για λίγο τα χείλη μου, κοιτώντας μία εκείνη και μία το αντικείμενο.
-Δεν θα το ανοίξεις;!
Άνοιξα το δέμα και μέσα είχε μία μπλούζα και ένα μικρό κουτάκι.
-Τι είναι αυτό;
-Είναι μία μπλούζα μου, που δεν την φόρεσα ποτέ. Είναι του C. K. και θέλω να σου την χαρίσω. Θα σου πηγαίνει πολύ. Κι αυτό - έδειξε το κουτάκι.
Στο κουτάκι υπήρχε ένα χρυσό δακτυλίδι.

Την κοίταξα έκπληκτη, κάνοντας λίγο πίσω στο κάθισμα.
-Είναι το δακτυλίδι που είδες στο V και σου άρεσε. Έδωσα το σχέδιο στον Σ και το έφτιαξε. Δεν είναι σαν το αυθεντικό;! Για φόρεσέ το! Σου κάνει;!
Έμεινα να την κοιτάζω για λίγα λεπτά, ανέκφραστη.
Είχα αρχίσει να βράζω...

Η Ν ήθελε να με εξαγοράσει.