23.11.10

Like Cures Like

Υπάρχουν αμέτρητες και απύθμενες μαλακίες που πιστεύει ο κόσμος για τις Αφέντρες.
Και που δεν έχουν να κάνουν σε τίποτα με την πραγματικότητα.
Γιατί "Αφέντρα" στο μυαλό των περισσότερων - και κυρίως των μαλακοκαύληδων - είναι ένας ρόλος που παίζουν οι πουτάνες σε ταινίες και μπουρδέλα.

Και τόσο οι πουτάνες όσο και οι μαλακοκαύληδες, στην ερώτηση "τι θέλει μία Αφέντρα;" θα σου απαντήσουν "να της λες ότι είναι θεά". Και είναι σαν την παροιμία "Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς". Γιατί την πουτάνα όσο "θεά" και να την λες, δεν είναι παρά μία γκόμενα που έχει κάψει το φύλο της. Και οι απανταχού μαλακοκαύληδες εκτιμούν τα αποκαΐδια ως διαμάντια - αλλιώς και ως "Όμοιος τον όμοιο, και κοπριά στα λάχανα".

Στην αληθινή ζωή, αυτή που βιώνεται στην πραγματικότητα, και δεν διαδραματίζεται σε ένα studio ή σε ένα μπουρδέλο, η Αφέντρα έχει μόνον ένα όνειρο: να την κάνεις να αισθάνεται μαλάκας. Ασφαλώς, αυτό δεν είναι ικανό να φτιάξει τον μαλακοκαύλη - ποιος υπολογίζει τον στερημένο που πληρώνει για την ανικανότητά του -, αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Η Αφέντρα δεν χρειάζεται να ακούει ότι είναι θεά. Και κανένας σκλάβος δεν μπορεί να την κάνει να νοιώσει θεά. Είναι θεά και το ξέρει. Στο μουνί της πως την βλέπεις εσύ. Εσύ είσαι εκεί για να την κάνεις να αισθάνεται μαλάκας. Το οποίο σημαίνει, ότι αυτά που σου έχει μάθει, αυτά που σε έχει εκπαιδεύσει να κάνεις, αυτά που καταλαβαίνεις ότι της αρέσουν ή ότι τα θέλει, όταν τα κάνεις λόγια - και ιδίως πράξεις - της κόβεις την αναπνοή. Αυτό είναι το "μαλάκας". Είναι το ίδιο ακριβώς με το παιδί σου. Του λες ή του μαθαίνεις κάτι, και στην κατάλληλη ή στην πιο άσχετη στιγμή, εκεί που δεν το περιμένεις, μπορεί να σε αφήσει μαλάκα.

Ο μαλακοκαύλης δεν είναι σε θέση να σε αφήσει μαλάκα. Γιατί το να σε αφήσει μαλάκα, προϋποθέτει ότι είναι έξυπνος. Και "μαλακοκαύλης" και "έξυπνος", είναι τόσο οξύμωρες έννοιες εάν τις συντάξεις μαζί, που είναι σαν να λες "ολίγον έγκυος" ή "άγριο sex με τον Χ''νικολάου". Ο μαλακοκαύλης μπορεί μόνο να πέσει χαμηλά, γιατί εκεί είναι η στάθμη τής αξίας τής πουτάνας. Η πουτάνα δεν μπορεί ποτέ να είναι Αφέντρα, όπως και ο μαλακοκαύλης δεν είναι ποτέ σκλάβος.

Ο σκλάβος είναι η σκιά τής αξίας τής Αφέντρας του.

Το ότι έμεινα μαλάκας, δεν είναι δύσκολο να το καταλάβει κανείς. Ότι με είχε στείλει αδιάβαστη, ούτε. Ότι το τέρας μέσα μου ήθελε να τον φάει ζωντανό; Αυτό μόνο λίγοι μπορούν να το καταλάβουν.

Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη. Για άλλη μία φορά πρωτοτυπούσαμε: κοιταζόμασταν σαν τα χαζά, με εμένα να κατέχω τα πρωτεία. Με έπιασε από τα χέρια, φέρνοντας τα δάκτυλά μου στο στήθος του.
-Δεν μπορείτε να με καταλάβετε, Αφέντρα..., είπε πολύ σοβαρός. Δεν μπορείτε να καταλάβετε πως είναι... Εκεί που αισθάνομαι καλά, ότι ξέρω τι κάνω, ότι μαθαίνω, εκεί γίνεται κάτι και σκέφτομαι ότι αυτό θα σταματήσει... Όπως σήμερα... Και όταν σκέφτομαι ότι θα σας χάσω, τρελαίνομαι... Δεν το ελέγχω... Δεν ξέρετε πως είναι...
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έριξε και τον καταπέλτη.
-Μην χάνετε την υπομονή σας με εμένα, Αφέντρα... Δεν το θέλω... Δεν ξέρω τι να κάνω... Σας παρακαλώ να με καταλάβετε... Δεν το κάνω επίτηδες... Δεν θέλω να φέρομαι έτσι... Αλλά δεν μπορώ να το νικήσω... Είναι σαν να περπατάμε μαζί, και εκεί που σας βλέπω και σας ακολουθώ, ξαφνικά γεμίζει ο τόπος από κόσμο, και σας χάνω... Και με πιάνει πανικός... Το ξέρω ότι εσείς έχετε την ικανότητα να με βρείτε στο πλήθος... Δεν είναι αυτό που αμφισβητώ... Αλλά με πιάνει πανικός... Δεν το ελέγχω... Ενώ εσείς έχετε πάντα τον έλεγχο... Και δεν μπορείτε να με καταλάβετε... Γι' αυτό εσείς είστε Αφέντρα κι εγώ ο σκλάβος...

Αισθάνομαι να μου μουδιάζουν τα γόνατα...
Ναυτίες, ζαλάδες, εμετοί, όλα μαζί...
Να γυρίζουν τοίχοι, ταβάνια, το δωμάτιο ολόκληρο...

Τράβηξα τα χέρια μου από τα δικά του, και γύρισα το κεφάλι να δω κατά που έπεφτε το κρεβάτι, να καθήσω. Κατάλαβε ότι δεν ήμουν καλά, και ήρθε μαζί μου να με βοηθήσει.
-Σβήσε το φως..., ψέλισσα.
Ο Χ έσβησε το φως και άναψε το πορτατίφ δίπλα μας. Δεν ήμουν καλά. Ένοιωθα έτοιμη να λιποθυμήσω. Τον κοιτούσα που μου κρατούσε τα χέρια γονατισμένος μπροστά μου, και δεν μπορούσα να πω λέξη, γιατί δεν ένοιωθα το στόμα μου. Εκείνος με κοιτούσε μέσα στα μάτια και ήταν ολοφάνερο ότι κρεμόταν από τα χείλη μου περιμένοντας κάτι να του πω. Αλλά δεν μπορούσα.

Μείναμε λίγα λεπτά έτσι. Ο Χ καταλάβαινε πότε με έστελνε. Και αντί να δείξει ότι ήταν υπερήφανος γι' αυτό - που θα έπρεπε -, περίμενε στωϊκά μέχρι να επανέλθω. Κι αυτό μπορούσε να συμβεί από την ώρα που ψωνίζαμε στο super market, μέχρι την στιγμή που κάναμε sex. Περίμενε χωρίς να με αφήνει από τα μάτια του. Ίσως μετά να χαμογελούσε, όταν με έβλεπε να έρχομαι πίσω. Αλλά κατά την διάρκεια που εγώ προσπαθούσα να αφομιώσω ό,τι είχε πει/κάνει, ήταν, απλώς, παρών. Και αυτό ήταν που ήθελα. Χωρίς να του το έχω πει, χωρίς να το έχουμε συζητήσει, το καταλάβαινε και αυτό έκανε.

-Πρέπει να μου μιλάς..., του είπα χαμηλόφωνα. Πρέπει να ξέρω τι είναι από την άλλη πλευρά... Χωρίς την δική σου βοήθεια, δεν μπορώ να το κάνω... Αυτό προσπαθώ να σου εξηγήσω... Εάν δεν μου μιλάς, εάν τα κρατάς μέσα σου, εγκλωβίζεις εσένα και στήνεις παγίδες σε εμένα... Δεν μπορώ να ξέρω πως είναι από την άλλη πλευρά, χωρίς εσένα...
Και τότε ο Χ με κοίταξε και χαμογέλασε πικρά. Και αυτά που είπε δεν θέλω να τα γράψω αλλά πρέπει...
-Δεν είναι ωραία από την δική μου πλευρά, Αφέντρα..., μου είπε σε έναν πολύ περίεργο τόνο, που μαρτυρούσε λύπη, σαν να προσπαθούσε να με αποτρέψει από το να το σκέφτομαι, να το θέλω. Είναι πολύ άσχημα εδώ... Όλοι οι άνδρες που είναι σαν εμένα είναι πολύ μόνοι... Κοιμόμαστε και ξυπνάμε με γυναίκες σαν εσάς στο μυαλό μας... Και όσο περνάει ο καιρός, πιστεύουμε πως ποτέ δεν θα βρούμε αυτό που ψάχνουμε... Δεν μπορούμε να κάνουμε εύκολα σχέση με άλλη γυναίκα... Κι αυτό μας ρίχνει... κάθε μέρα που περνάει... Δεν φοβόμουν τίποτα πριν σας γνωρίσω, Αφέντρα... Ούτε ότι θα μείνω μόνος... Είχα συμβιβαστεί... Αλλά από τότε που σας γνώρισα φοβάμαι και την σκιά μου... Φοβάμαι ότι θα σας χάσω... Και δεν μπορώ να γυρίσω πίσω, Αφέντρα... Αν κάνω μαλακίες, είναι από τον φόβο μου... Από τον φόβο ότι μία μέρα θα ξυπνήσω και κάτι θα έχει γίνει ή κάτι θα έχω κάνει, και δεν θα σας ξαναδώ... Και τρελαίνομαι... Εκεί το χάνω... Κι όταν μου λέτε να σας τα λέω όλα, φοβάμαι μήπως με μισήσετε... Αν θα σας πω ότι σκέφτομαι πως αν μου ζητούσατε και το πιο παράλογο πράγμα, θα το έκανα, θα εξακολουθούσατε να με θέλετε για σκλάβο σας;... Αν σας πω ότι αν μου λέγατε να αφήσω τους γονείς μου για εσάς, θα το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη, θα με θέλατε;... Δεν θα με σιχαινόσασταν;... Θα το έκανα, Αφέντρα... Θα άφηνα τους γονείς μου, που ξέρετε πόσο τους αγαπάω... Και δεν το λέω γιατί ξέρω ότι εσείς δεν θα το κάνατε ποτέ αυτό... Το λέω γιατί το πιστεύω... Έτσι είναι... Και δεν σας μιλάω όσο θα έπρεπε, όχι γιατί δεν σας έχω εμπιστοσύνη ή σκέφτομαι ότι θα μου κάνατε κακό... Αλλά γιατί φοβάμαι ότι θα με σιχαθείτε και θα σας χάσω... Δεν φοβάμαι τίποτε άλλο στην ζωή μου...

Δεν λιποθύμησα, αν και ήμουν στα πρόθυρα.
Δεν έφυγα, αν και με είχε στείλει όσο πιο μακριά μπορούσε.
Σε όλες μας τις συζητήσεις καταβάλλαμε και οι δύο τιτάνιες προσπάθειες για να είμαστε εκεί. Γιατί όλα αυτά δεν ήταν απλώς λέξεις. Ήταν η αλήθεια. Και έπρεπε να ακούμε προσεκτικά τι έλεγε ο άλλος, γιατί μπορεί να μας έστελναν αλλά έπρεπε να είμαστε εκεί. Ήταν σαν να ακροβατούσαμε σε ένα τεντωμένο σκοινί που το κρατούσε ο άλλος, κι αν έλεγε πως άλλαζε έστω και το κέντρο βάρους του στο άλλο πόδι, θα σωριαζόμασταν στο κενό. Αυτές είναι οι επικίνδυνες ισορροπίες στην D/s...

-Αυτή η άλλη πλευρά που εσύ κρίνεις ως άσχημη, για μένα είναι ο παράδεισός μου, του είπα με όση δύναμη είχα. Μπορεί για κάποιους να είναι κόλαση. Αλλά εμένα δεν με τρομάζει. Γιατί για εμένα είναι παράδεισος. Δεν γίνεται να σε σιχαθώ, γιατί αυτό που μου περιγράφεις, εγώ το αγαπάω. Και εδώ, μάλλον, είναι που εσύ δεν μπορείς να καταλάβεις. Φοβάσαι κάτι που θα φόβιζε μία άλλη γυναίκα. Όχι μία γυναίκα σαν εμένα. Αυτό μπορείς να προσπαθήσεις να το καταλάβεις; Είναι τόσο απλό για εμένα. Όσο μου ανοίγεσαι, τόσο πιο πολύ με έλκεις. Όσο κρύβεσαι, τόσο με απομακρύνεις. Δεν με ενδιαφέρουν τα χιλιόμετρα και οι αποστάσεις. Αυτό θέλω να προσπαθήσεις να καταλάβεις. Δεν θα αλλάξει ούτε το ελάχιστο σε εμένα, ακόμα και αν πας στην άκρη τού κόσμου. Γιατί μου δίνεις ενέργεια. Μία λέξη σου από το τηλέφωνο μπορεί να με γεμίσει ενέργεια. Γιατί είσαι αυτό που είσαι και είμαι αυτό που είμαι. Αν δεν μου μιλάς, και εδώ να έρθεις, να μείνουμε μαζί, δεν μπορείς να μου δώσεις τίποτα. Δεν θα σε θέλω. Δεν θα με έλκεις. Μπορείς να το καταλάβεις αυτό; Δεν θα παίρνω ενέργεια. Και δεν μπορώ. Έχεις σκεφτεί ποτέ γιατί είμαι όπως είμαι και δεν με έχει κουράσει η απόσταση; Δεν είναι επειδή δεν ταλαιπωρούμαι εγώ φυσικά. Είναι επειδή έχω τις κασσέτες σου. Και δεν είναι επειδή δεν μου λείπει η φυσική σου παρουσία. Είναι επειδή και να ήσουν εδώ, αν δεν μου μιλούσες, αν δεν μου έλεγες ό,τι μου λες στις κασσέτες, δεν θα με ενδιέφερες. Τον περισσότερο καιρό λείπεις, αλλά μου είναι αδιάφορο. Ξέρω ότι δεν είναι δίκαιο. Γιατί εσύ δεν έχεις τίποτα από εμένα. Γι' αυτό σε ενοχλεί η απόσταση. Αλλά αυτό διορθώνεται. Όχι με το να κλείνεσαι σε εσένα από φόβο μήπως φοβηθώ εγώ. Δεν βγάζει πουθενά αυτό. Γιατί εγώ δεν φοβάμαι. Γιατί εγώ ξέρω ότι αυτό δεν τελειώνει έτσι. Τίποτα αληθινό δεν τελειώνει. Ό,τι κι αν μπει ανάμεσα. Κάθε φορά που φοβάσαι, είναι σαν να μου γυρίζεις την πλάτη. Μπορείς να το κάνεις εικόνα κάθε φορά που σε πιάνει αυτός ο φόβος; Μπορείς, τουλάχιστον, να το κάνεις αυτό; Μόνο αν μου γυρίζεις την πλάτη θα τελειώσει όλο αυτό. Αυτό να σκέφτεσαι.

-Κι αν δεχθώ την δουλειά, Αφέντρα;..., ψιθύρισε και ήρθε πιο κοντά μου. Αν δεν σας βλέπω για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα;...
-Θα δεχθείς την δουλειά και θα κάνεις ό,τι πρέπει να κάνεις, του απάντησα σταθερά. Και εάν κι εφ' όσον αυτό αρχίσει να γυρίζει εις βάρος μας, θα το σταματήσουμε. Αλλά δεν θα κάνεις πίσω. Στο πάρτυ των παιδιών μού είπες ότι είχες έρθει για να επανορθώσεις την συμπεριφορά σου, όταν γνωριστήκαμε. Πίστευες ότι φέρθηκες σαν μαλάκας. Δεν με ρώτησες ποτέ τι γνώμη έχω εγώ για τότε. Αν μου ζητούσες να σου πω τι είναι αυτό που με τράβηξε σε εσένα, είναι το ότι δεν έκανες πίσω. Είχες όλες τις δικαιολογίες τού κόσμου για να το κάνεις. Αλλά δεν το έκανες. Αν είμαστε μαζί, είναι από δική σου μαλακία. Έτσι την λες εσύ. Εγώ το λέω θάρρος. Και δύναμη. Και δεν είναι ότι δεν έκανες πίσω όταν με πρωτογνώρισες. Δεν έκανες πίσω όταν με γνώρισες καλά. Και μέχρι τώρα, αυτή την στιγμή, δεν κάνεις πίσω. Λοιπόν, δεν θέλω να κάνεις πίσω ούτε στην δουλειά αυτή. Σου αξίζει, όπως σου αξίζω κι εγώ. Επειδή εσύ έκανες ό,τι έκανες. Και όπως αποδείχθηκες αυτό που ήθελα, έτσι θέλω να τους αποδείξεις ότι είσαι αυτός που θέλουν. Και μόνον όταν αυτά τα δύο θα ετοιμάζονται να έρθουν σε σύγκρουση, τότε μόνο θα εγκαταλείψεις. Μέχρι τότε, θα δώσεις τον καλύτερό σου εαυτό. Όπου και να σε πάνε. Μου είπες ότι θα έκανες ό,τι παράλογο σου ζητούσα. Ξεκίνα, λοιπόν, από αυτό που εγώ θεωρώ πολύ λογικό.

Κι εκεί κλειδώσαμε.
Ήταν από τις στιγμές που μας κοιτούσες και νόμιζες ότι είχε έρθει η ώρα να σκοτωθούμε. Και ίσως να μην έπεφτες και τελείως έξω...
Κοιταζόμασταν ήσυχοι.
Με εκείνη την ησυχία που προηγείται ενός μεγάλου σεισμού...
Τέτοιες ήταν οι δικές μας ησυχίες...

Ούτε και τότε ξέρω που βρήκα την δύναμη να σηκωθώ.
Πλησίασα την πόρτα και του είπα να πάρει τηλέφωνο τον Α να έρθει να τον πάρει, για να μην σκεφτούν οι υπόλοιποι κάτι άλλο και δώσουμε δικαίωμα στο σπίτι του. Όταν ήρθε, παίξαμε θέατρο - είχαμε τρελαθεί από την χαρά μας και κοπανιόμασταν στις αγκαλιές και τις χειραψίες, καθώς το γιορτάζαμε μόνοι... -, τον πήρε και κατέβηκαν. Έμεινα μόνη και ξανακάθησα στο κρεβάτι. Τον αγαπούσα πάρα πολύ, τόσο πολύ που δεν νομίζω να το κατάλαβε ποτέ... Το ότι εγώ δεν φοβόμουν, δεν σήμαινε ότι δεν αναγνώριζα την αξία του. Απλά, ήμουν τόσο σίγουρη για εκείνον...

Κι εκεί που ήμουν χαμένη στις σκέψεις μου, μία γυναικεία φωνή με επανέφερε.
-Γιατί έκλαιγε ο γιος μου;