4.5.10

The sub/stance

Το sex του παραπόνου και της παρηγοριάς, το είχαμε κάνει.
Τι κάναμε μετά;
Το sex της παρωδίας.

Μπορεί να πηδιόμασταν, αλλά ταυτοχρόνως χτυπιόμασταν και από τα γέλια.
Του έλεγα - ας πούμε - για το πόσο ωραία θα ήταν να ήμασταν μαζί, και να γυρνούσε από την δουλειά και να με έβλεπε με την ρόμπα και τα ρόλλεϋ στο κεφάλι.
Τρελός παράδεισος.
Ή - μου έλεγε - πως θα ήταν αν έσπαγε το πόδι του, και έπρεπε εγώ να του πηγαίνω το φαγητό στο κρεβάτι, ρωτώντας τον "Μήπως θα ήθελες και κάτι άλλο να σου φέρω;".
Τρελός παράδεισος, λέμε τώρα.

Γκρεμίζαμε την εικόνα της σχέσης μας, και γελούσαμε.
Σατυρίζαμε ό,τι ήμουν και ό,τι ήταν, και διασκεδάζαμε.
Και αυτός ήταν ο πραγματικός παράδεισος.

Του ζήτησα να ετοιμάσει ένα αφρόλουτρο.
Μπήκαμε και οι δύο στην μπανιέρα, με τσιγάρα, τσάγια, σταχτοδοχεία, ενώ μέσα από το σαλόνι ακουγόταν δυνατά μουσική.
-Μην αρχίσεις να ψάχνεις για παιδιά πάλι, τον προειδοποίησα και ανασηκώθηκα λίγο, όταν ένοιωσα τα χέρια του να με σφίγγουν. Τα παιδιά σου είναι πεταμένα στο πάτωμα της κρεβατοκάμαρας, μέσα σε latex, δεμένα κόμπο.
Με τράνταζε από τα γέλια του και το τσάι μου χυνόταν στα πλακάκια.
-Πριν φύγεις, να σφουγγαρίσεις, του είπα σοβαρή και έφερα το ποτήρι στα χείλη μου.

Το μόνο που άλλαξε, ήταν ότι αυτή την φορά το αφέψημα χυνόταν μέσα στο νερό.
-Είπαμε να κάνουμε ένα μπάνιο, να καθαρίσουμε από τα σωματικά μας υγρά. Έχεις κάτι με το τσάι μου;, τον ρώτησα κοιτάζοντας το μισογεμάτο πλέον ποτήρι.
-Όχι, Αφέντρα, απάντησε χωρίς να σταματήσει να γελάει. Είμαι ευτυχισμένος.
-Που δεν θα πιω το τσάι μου;
-Όχι, Αφέντρα, γελούσε ακόμα.
-Όχι, γιατί αν είναι αυτό, είχα σκοπό να πιω το δικό σου...
-Αφέντρα, δεν φανταζόμουν αυτό που ζούμε, έτσι..., σοβαρεύτηκε και χαμήλωσε την φωνή του. Αυτό που φανταζόμουν, δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που ζω.

Του έδωσα να κρατήσει το ποτήρι μου και άναψα τσιγάρο.
-Αυτό που φανταζόσουν εσύ, είναι αυτό που φανταζόμουν κι εγώ. Στην πορεία, όλα τα πράγματα αλλάζουν. Πόσο μάλλον οι σχέσεις. Και η θεωρία από την πράξη, πολλές φορές, απέχει πολύ.
-Αφέντρα, δεν θέλω να πιστεύετε ότι ήθελα κάτι δήθεν. Κάτι ψεύτικο. Δεν ξέρω αν όσα σας είπα πριν, τα είπα καλά. Αν καταλάβατε τι ήθελα να πω.
-Νομίζω πως κατάλαβα πολύ καλά. Φανταζόσουν πως μία κυριαρχική γυναίκα, θα ήταν συνέχεια κάπως. Δεν είναι. Αν ήμουν συνέχεια όπως είμαι σε στιγμές, θα έπρεπε να μου φορέσουν ζουρλομανδύα και να με κλείσουν σε ψυχιατρείο. Αν αυτό που έχουμε, σε κάνει ευτυχισμένο, είναι γιατί είναι ισορροπημένο. Όλα έχουν τον χρόνο τους. Τα όριά τους. Έτσι συμβαίνει με όλα.
-Το ξέρω, Αφέντρα. Αυτό που με προβλημάτισε εμένα...
-... είναι το αίσθημα της ανασφάλειας τού αν είσαι λίγος. Λίγος ως σκλάβος. Ok. Λίγος σε τι; Επειδή κάναμε sex σαν άνθρωποι και δεν κρεμαστήκαμε από το φωτιστικό; Επειδή δεν ούρλιαζα κι επειδή δεν χτυπούσες με γροθιές το στέρνο σου, την ώρα που πηδιόμασταν; Αυτό θα ήταν sex; Και θα περίμενα μία εβδομάδα για μία μαλακία; Τότε γιατί να μην το κάνω μόνη μου; Θα γλύτωνα και τις γελοιότητες.

Δεν μίλησε. Σκεφτόταν.
-Γιατί δεν μιλάς;
-Γιατί έχετε δίκιο, Αφέντρα...
-Εγώ το ξέρω. Εσύ, είναι το θέμα να το καταλάβεις.
-Το καταλαβαίνω, Αφέντρα. Σας ορκίζομαι. Σκέφτομαι συνέχεια το "τι" και το "πως". Σας ορκίζομαι πως δεν θα σταματήσω να σκέφτομαι έτσι.
-Τα πράγματα είναι απλά. Ούτε εσύ, ούτε εγώ, κάναμε κάτι με άλλους. Είναι η πρώτη μας φορά. Και είναι 2 τα θέματα. Το 1ο είναι, ότι δεν το κάναμε, γιατί δεν θέλαμε το δήθεν. Το 2ο είναι, ότι ό,τι κάνουμε και ό,τι σκεφτόμαστε, προέρχονται από αυτό που έχουμε ως ένστικτο. Δεν ξέρω τι γνώμη έχουν οι άνθρωποι για τον σαδομαζοχισμό. Φαντάζομαι την χειρότερη. Μπορεί να είμαστε άρρωστοι. Δεν θα φέρω σε κανέναν αντίρρηση, αν έρθει και μου το πει. Γιατί μπορεί και να είναι αλήθεια. Αλλά εγώ δεν το αισθάνομαι έτσι. Εμένα μου αρέσει. Αυτή είμαι. Άρρωστη; Μπορεί. Αλλά για εμένα, παίζουν άλλα πράγματα ρόλο. Τον νόμο του "τι" και του "πως". Αν κάποτε μου έφερναν έναν άνδρα ντυμένο-στολισμένο με δερμάτινα και κολλάρα, και μου έλεγαν "πάρ'τον και κάνε τον ό,τι θες", θα έλεγα "όχι, ευχαριστώ". Δεν είναι εκεί το θέμα μου. Εγώ ήθελα εσένα. Γιατί εσύ ήθελες εμένα. Μόνο έτσι μπορώ να λειτουργήσω. Δεν μπορώ αλλιώς.

Άφησε το ποτήρι μου στα πλακάκια, και με γύρισε απαλά προς το μέρος του.
-Αφέντρα, είπε πολύ σοβαρός. Αυτό είναι που σκέφτομαι. Αν εγώ είμαι αυτό που θέλετε. Αν κάνω αυτό που θέλετε. Αν σας έχω απογοητεύσει σε κάτι. Δεν θέλω να γίνει κάτι άλλο από αυτό που επιθυμείτε.
-Αυτό που επιθυμούσα μία εβδομάδα, ήταν να κάνουμε sex. Δεν με ενδιέφερε τίποτε άλλο. Δεν είχα σκεφτεί πως, που, τι ώρα. Σκεφτόμουν συνέχεια εσένα κι εμένα, σε ένα κρεβάτι. Ασταμάτητα. Και αυτό μου πρόσφερες. Αυτό είναι ο σκλάβος. Και δεν με ενδιαφέρει αν φοράς το κολλάρο, αν είσαι από πάνω μου ή από κάτω μου στο sex, αν καθόμαστε και οι δύο στον καναπέ ή στο κρεβάτι. Η ουσία είναι αλλού. Όχι στο τι μπορεί να δει ο καθένας. Αν εμένα με ικανοποιεί κάτι, αυτό είναι το σωστό.
-Όλη την εβδομάδα, και ιδίως στον γυρισμό, σκεφτόμουν ότι θα μπούμε μέσα στο σπίτι και δεν θα ξέρω τι θα κάνω... Ότι μπορεί και να σας έκανα κακό... Δεν ήξερα που θα φτάσω...
-Να μου κάνεις κακό; Διάολε, είμαι το κακό.

Πίσω μου, χαμηλά, ένοιωσα την στύση του.
-Είστε το κακό..., επανέλαβε χαμηλόφωνα, κοιτάζοντας το στόμα μου.
-Δεν είσαι εδώ για να με ζήσεις, Χ. Δεν ξέρεις πως είμαι κανονικά. Σου είπα. Ό,τι μπορούμε και ό,τι προλαβαίνουμε. Εσύ δεν ξέρεις πως θα ήσουν, μετά από μία εβδομάδα. Εγώ ξέρω πως θα ήμουν, αν ζούσες εδώ. Οπότε μην τρελαίνεσαι. Ήδη έχουμε φτάσει μακριά. Έστω και σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα που είμαστε μαζί.
-Ναι... Έχουμε φτάσει μακριά..., με κοίταξε στα μάτια.
-Πολύ μακριά, συμπλήρωσα με νόημα. Αυτό που έχει σημασία, είναι να μην αναλωνόμαστε σε ανούσια πράγματα. Μέχρι τώρα, λέγαμε και οι δύο τι μαλακία κάναμε. Νομίζω πως καλώς έγινε ό,τι έγινε. Μας έδειξε πράγματα. Γυρίσαμε πίσω, και δεν μπήκαμε μέσα στο σπίτι, εγώ να ψάχνω στολές κι εσύ να σέρνεσαι στα γόνατα. Γυρίσαμε και δεν μπορέσαμε να ξεκολλήσουμε ο ένας από τον άλλον. Μέσα στην κρεβατοκάμαρα, δεν πηδήχτηκαν δύο ρόλοι. Πηδήχτηκαν ένας άνδρας και μία γυναίκα. Όχι, όμως, μία οποιαδήποτε γυναίκα και ένας οποιοσδήποτε άνδρας. Κάναμε sex, και αν μας έβλεπαν άλλοι, δεν θα καταλάβαιναν καμμία διαφορά. Και θα καταλάβαιναν λάθος. Γιατί ακόμα και στο sex, εσύ είσαι σκλάβος κι εγώ Αφέντρα. Κι ας κάνουμε ό,τι και οι άλλοι. Καταλαβαίνεις τι λέω;

Με τράβηξε επάνω του και με έσφιξε δυνατά.
-Δεν μπορώ να έρθω πιο κοντά. Με εμποδίζει το πουλί σου.
-Αφέντρα..., είπε χαμογελαστός.
-Μη μου πεις ότι έχεις κι άλλες απορίες... Βαρέθηκα να μιλάω... Μίλα εσύ. Δώσε μου τσάι, τσιγάρα, και πάρε το πουλί σου από 'δω, μην έχουμε επαναλήψεις.
Ανασηκώθηκα, μου άναψε το τσιγάρο και ξάπλωσα στον ώμο του.
-Αφέντρα, είμαι ηλίθιος, είπε μετά από λίγα λεπτά.
-Ναι. Αλλά με ωραία στύση.
-Τώρα δεν ξέρω τι να πω..., είπε γελώντας.
-Μην σε ανησυχεί. Είναι που έχει κατέβει όλο το αίμα στο πουλί σου.

Άρχισε να γελάει δυνατά.
-Τι καταλαβαίνεις, τώρα;, γύρισα και τον κοίταξα. Δεν με αφήνεις να κάνω ένα τσιγάρο με την ησυχία μου, μου έχυσες το μισό τσάι, και δεν μπορώ να καθήσω αναπαυτικά γιατί με σπρώχνει το πουλί σου. Να φύγω; Ενοχλώ;
Ο Χ γελούσε σαν τρελός.
-Δεν θα σας αφήσω να φύγετε, Αφέντρα, είπε μες στα γέλια και με έσφιξε για άλλη μία φορά επάνω του. Είστε ό,τι περίμενα στην ζωή μου, και ακόμα περισσότερα.

Μία εβδομάδα μετά, τα τελευταία του λόγια, θα έβγαιναν από το στόμα ενός ανθρώπου που γνώριζα για πρώτη φορά.
Και που θα μπορούσε να ήταν και η τελευταία.
Χωρίς γέλια.