3.5.10

Doubts

Εκείνο το βράδυ, κατάλαβα ότι η σχέση είχε αλλάξει.
Και το κατάλαβε κι εκείνος.

Μέχρι να γνωρίσω τον Χ, δεν είχα κάνει sex με άνδρα που δεν μιλούσε στο κρεβάτι.
Δεν μου έτυχε, και ευτυχώς, γιατί δεν θα μπορούσα.
Ο Χ ήταν, όμως, κάτι άλλο.
Δεν ήταν το sex αυτό-καθ' αυτό με τον Χ.
Δεν ήμουν σε θέση να καταλάβω τι μου γινόταν εκείνη την στιγμή.
Άκουγα.

Όχι εκφράσεις του τύπου "Και τώρα, μάνα μου, θα σου χώσω το παλούκι μου στο πηγάδι σου!" ή "Αχ, Αφέντρα... αυτό το υπέροχο αιδοίο σας...".
Ήταν σκέψεις, που δεν μου τις είχε πει όταν τις είχε.
Όταν κάναμε sex, μάθαινα πράγματα. Διάφορα.
Και ήταν και ο τρόπος που τα σκεφτόταν και ο τρόπος που τα έλεγε - τι ήθελε να κάνει, γιατί δεν το έκανε, τι είχα πει τις προάλλες στον παρκαδόρο, πως γελούσα με την φίλη μου στο τηλέφωνο, πως ήταν η έκφραση του προσώπου μου όταν έλεγα εκείνο, πως κοιτούσα όταν εννοούσα το άλλο.

Εκείνο το βράδυ, το sex ήταν διαφορετικό.
Ήταν το sex του παράπονου και της παρηγοριάς.
Μιλούσαμε ο ένας επάνω στον άλλον - πως κρατηθήκαμε, τι ήταν αυτό που περάσαμε, τι αισθανόταν όταν με έβλεπε να φεύγω τα πρωϊνά, τι σκεφτόμουν όταν έβγαινε από το μπάνιο, τι ήθελε να κάνει όταν τον ακουμπούσα κατά λάθος, τι ήθελα να κάνω όταν έλεγε ό,τι είχε πει.

Ξημέρωσε.
Αποφασίσαμε να σταματήσουμε, να πάμε στο σαλόνι, να καθήσουμε στον καναπέ, φρόνιμοι.
Τα παράπονά μας τα κάναμε, παρηγορηθήκαμε, φτάνει.
Έφτιαξε τσάι, το γέμισε πάγο, και καθήσαμε σιωπηλοί να κοιτάζουμε έξω από την μπαλκονόπορτα.

-Δεν τελειώσαμε, ε;, τον ρώτησα φυσώντας τον καπνό.
-Θέλω να σας πω κάτι, αλλά δεν ξέρω αν είναι κατάλληλη η ώρα, απάντησε σταθερά.
-Θα πρέπει να είναι 6-7. Τι έχει η ώρα;
-Δεν θα ήθελα να χαλάσω την βραδιά...
-Έχει ξημερώσει.

Πήρε βαθιά ανάσα.
-Σκεφτόμουν πως θα ήταν αν ήμασταν συνέχεια μαζί. Αν θα ήταν όπως το είχατε φανταστεί ότι θα είναι. Αν εγώ θα ήμουν αυτό που είχατε φανταστεί. Ή αυτό που θα θέλατε. Μία εβδομάδα, ήταν κόλαση για εμένα. Ήσασταν εκεί, αλλά δεν μπορούσα να σας έχω. Και τώρα που γυρίσαμε, δεν είμαι εγώ.
-Δεν είσαι εσύ; Τι εννοείς;
-Δεν είμαι ο σκλάβος σας.
-Δεν έφτιαξα εγώ το τσάι.
-Είμαι σκλάβος επειδή έφτιαξα το τσάι, Αφέντρα;...

Γύρισα και τον κοίταξα.
Με ρώτησε θλιμμένα. Πραγματικά αναρωτιόταν.
Σηκώθηκα όρθια και άναψα κι άλλο τσιγάρο.
-Δεν είσαι σκλάβος, επειδή δεν φόρεσες κολλάρο, Χ;...
Μπερδεύτηκε. Με κοίταξε συνοφρυωμένος.
-Όοοχι... Δεν είπα κάτι τέτοιο...
-Αυτό εννοούσες, όμως. Και σε ξαναρωτώ. Δεν είσαι σκλάβος επειδή δεν φόρεσες κολλάρο;
-Αφέντρα... Σας θύμωσα;..., σηκώθηκε και ήρθε κοντά μου.
-Να με θυμώσεις; Εσύ; Δύσκολα.
-Αυτό που εννοούσα..., ξεκίνησε.
-Αυτό που εννοούσες είναι ότι αν δεν φοράς κολλάρο, αν είσαι εσύ από πάνω την ώρα του sex, και αν δεν λες συνέχεια "Μάλιστα, Αφέντρα, Ό,τι πείτε, Αφέντρα", δεν είσαι σκλάβος, τον έκοψα.

Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα.
-Αφέντρα..., είπε ανήσυχος και έκανε ένα ακόμα βήμα προς το μέρος μου.
-Ε, όχι και "Αφέντρα"..., του είπα και πήγα πίσω από τον καναπέ. Σε ποια μιλάς έτσι; Σε μία γκόμενα που στέκεται γυμνή, φορώντας το πουκάμισό σου; Που είναι τα μαστίγια; Και είναι και ξυπόλητη! Που είναι τα τακούνια;
-Αφέντρα..., είπε πιο έντονα, χωρίς να κινηθεί αυτή την φορά.
-Είπαμε. Όχι "Αφέντρα". Αν εσύ δεν είσαι σκλάβος, τότε εγώ δεν είμαι Αφέντρα. Τόσο απλά είναι τα πράγματα.

Πήγα και κάθησα στον καναπέ.
-Σας θύμωσα..., έσκυψε το κεφάλι. Δεν το ήθελα... Συγχωρήστε με... Απλά... δεν ήθελα να πιστέψετε ότι δεν σας σέβομαι... Ότι αλλάξατε, για εμένα... Δεν ξέρω πως να σας το πω...
-Και όλα αυτά επειδή κάναμε sex;
-Όχι, Αφέντρα!, ήρθε γρήγορα και γονάτισε μπροστά μου. Όχι γι' αυτό! Αλλά γιατί... γιατί...
-Γιατί...;
-Γιατί..., δεν μπορούσε να βρει τις λέξεις.
-Γιατί μέσα στο μυαλό σου είχες μια εικόνα. Αλλά εγώ δεν είμαι εικόνα. Ούτε κι εσύ. Ξέρεις κάτι; Έχω να το λέω για το πόσο γρήγορα με έχεις μάθει. Αλλά μόλις τώρα κατάλαβα, ότι δεν έχεις μάθει ένα από τα σπουδαιότερα πιστεύω μου. Δεν είναι το "τι". Είναι το "πως". Πάντα.

Πήρε τα χέρια μου και τα φίλησε.
-Αφέντρα, σας αγαπάω... Δεν το έχω ξανακάνει αυτό... Δεν το έχω ξαναζήσει αυτό... Έχω πάντα την ανασφάλεια αν κάνω κάτι λάθος... Αν σας δυσαρεστήσω... Αυτό που κάναμε... Αυτό που έκανα... δεν ξέρω αν σας ήταν αρκετό... Αν αυτό περιμένατε από εμένα... Μόνο...
Χαμογέλασα. Πήρα τα χέρια μου από τα δικά του, και έμπλεξα τα δάκτυλα στα μαλλιά του, χαϊδεύοντας το κεφάλι του.
-Είπες ότι σκεφτόσουν πως θα μπορούσε να ήταν, αν ήμασταν συνέχεια μαζί. Αν ήσουν εδώ, αν βρισκόμασταν συχνότερα, κανονικά. Νομίζεις ότι θα σε κυνηγούσα με ένα μαστίγιο κάθε μέρα; Ότι θα γύριζες από την δουλειά κουρασμένος και θα είχες κουράγιο να μου ετοιμάσεις το μπάνιο; Ότι θα είχα να πάω κάπου και θα σκεφτόμουν τι θα υποθέσεις, αν με έβλεπες με την φόρμα και τα αθλητικά;
-Όχι! Όχι!, είπε αμέσως, κοιτώντας με στα μάτια. Δεν φανταζόμουν κάτι τέτοιο!
-Ευτυχώς. Γιατί αυτά δεν υπάρχουν. Αυτό που ζούμε τώρα, με την παρούσα κατάσταση, είναι ό,τι μπορούμε και ό,τι προλαβαίνουμε. Δεν είναι, όμως, η καθημερινότητα. Γνωριζόμαστε, πόσο; 10 μήνες; Και είμαστε μαζί 6; Και; Πόσες φορές είμαστε όντως μαζί; Ελάχιστες. Αν νομίζεις ότι εγώ κυριαρχώ, νομίζεις λάθος. Κάνουμε και οι δύο ό,τι μπορούμε και ό,τι προλαβαίνουμε. Αυτά που θέλω να ζήσω, και αυτά που θέλεις να ζήσεις, μόλις που τα αγγίζουμε. Δεν θα ήταν έτσι, αν ήμασταν μαζί. Κανονικά.

Καθόταν ήσυχος στα πόδια μου, και ένα χαμόγελο φάνηκε στα χείλη του.
-Θα ήταν ευτυχία, Αφέντρα... Ευτυχία...
-Θα ήταν δύσκολα, Χ. Θα ήταν πολύ δύσκολα, με εμένα...
-Και αν εγώ αυτό το "δύσκολα" το ονειρευόμουν μία ζωή, Αφέντρα;, γύρισε λίγο το κεφάλι του στο πλάι, ξεφεύγοντας από τα χέρια μου.
-Τότε θα ήταν παράδεισος.
Το χαμόγελο φώτισε το πρόσωπό του.
-Δεν περίμενα ποτέ ότι θα έβρισκα μία γυναίκα σαν εσάς.
-Ούτε κι εγώ περίμενα ότι θα έβρισκα έναν άνδρα σαν εσένα.

Σηκώθηκα και προχώρησα στο υπνοδωμάτιο, ξεκουμπώνοντας το πουκάμισο.
-Και τώρα που βρεθήκαμε, δεν ξαναπηδιόμαστε μία;