7.6.10

Modus Operandi

Εγώ γιατί το διασκέδαζα;...
Με είχαν πει ανέραστη, ο άλλος όρθιος πνιγόταν στην αδικία.
Και δεν μιλούσε κανείς.

Βυθίστηκα στον καναπέ, άπλωσα πιο αναπαυτικά τα πόδια μου στο τραπεζάκι, άναψα κι άλλο τσιγάρο, έπινα το ποτό μου, και άρχισα να γέρνω λίγο το κεφάλι, χαμογελώντας ήρεμα.
-Θα καθήσεις;, ρώτησα τον αφέντη, δείχνοντας την θέση του.
Θα πρέπει να ήταν χαμένος στις σκέψεις του, γιατί έκανε λίγο πως έψαχνε από που είχε έρθει η φωνή.
-Εδώ..., σήκωσα το χέρι. Να καθήσεις, έλεγα...
Κάθησε.
Ξάπλωσε πίσω, έπιασε το κεφάλι του, και πέρασε τα δάκτυλα στα μαλλιά του.

-Αυτό δεν είναι ο σαδομαζοχισμός;, ρώτησε αφελέστατα ο Β.
-Είμαι εγώ μαζοχιστής;!, διαμαρτυρήθηκε ο αφέντης και γύρισε στο μέρος μου.
-Μην τα λες σε εμένα! Είμαι εγώ σαδίστρια;!, παρεξηγήθηκα.
Ξανά σιωπή.
Ο Χ τα είχε χρειαστεί.
Άφησε το σώμα του να γλυστρήσει βαρύ πιο χαμηλά στον καναπέ και ξεφύσηξε.

-Αυτοί είναι φίλοι σου;, τον ρώτησα συνωμοτικά, γυρίζοντας το κεφάλι προς το μέρος του αλλά κοιτάζοντας τους άλλους.
-Δεν είναι αυτοί φίλοι μου!, αρνήθηκε έντονα.
-Και ποια είναι αυτά τα μαλακισμένα που κάθονται απέναντί μας;, έδειξα με το πηγούνι.
-Δεν ξέρω… Μα τον Χριστό, δεν ξέρω…, κουνούσε το κεφάλι του απελπισμένος.
-Και τους ταΐσαμε κι όλα; Και νομίζουν ότι δεν γαμιόμαστε; Να ρίξω κανένα χαστούκι να ξελαμπυκάρουν;
-Εγώ θα το χαρώ πάντως..., είπε σηκώνοντας τους ώμους.

Ήμασταν μία γροθιά, που κάθονταν στον καναπέ και έριχνε μπουκέτα στις μούρες των Μογγόλων απέναντι.
-Εσύ το ήξερες αυτό;, τον ρώτησα.
-Ποιο; Ότι μετά από τόσους μήνες με μία γυναίκα, πάω σπίτι μου και τον παίζω; Όχι, δεν το ήξερα. Ότι είμαι ανίκανος, όχι δεν το ήξερα. Σήμερα το έμαθα κι εγώ.
Άρχισα να γελάω. Ήταν καλός...
-Πες τους να φύγουν... Όλα τα μπορώ. Την μαλακία δεν την αντέχω...
-Μας έχετε παρεξηγήσει, είπε δειλά ο Α.
-Να σας ζητήσουμε συγγνώμη, είπα αμέσως. Ζήτησε συγγνώμη, χαρά μου, από τα παιδιά. Να ζητήσω κι εγώ. Λοιπόν, συγγνώμη παιδιά που γαμιόμαστε και δεν το λέμε. Από αύριο θα το αναρτήσω στον πίνακα ανακοινώσεων της πολυκατοικίας. Δίπλα από τα κοινόχρηστα.
-Γιατί στον πίνακα τής πολυκατοικίας;, ρώτησε απίστευτα προκλητικά ο αφέντης, κοιτάζοντάς με στο στόμα. Οι κάτοικοι αυτής της πολυκατοικίας ξέρουν ότι γαμιόμαστε. Οι φίλοι μου με έχουν για ανίκανο.
Διάολε! Ήταν πολύ καλός, λέμε!

Γελούσα δυνατά.
Ο Χ χαμογελούσε με σφιγμένα χείλη, πίνοντας το ποτό του και κοιτάζοντας με σχεδόν μισόκλειστα μάτια τους φίλους του.
Του έπιασα το χέρι.
-Μην θυμώνεις, του είπα καθώς συνερχόμουν. Δεν είναι τρίτοι που χώνουν την μύτη τους όπου βρουν. Είναι φίλοι σου. Περισσότερο από φίλοι. Αλλά δεν ξέρουν. Δεν χρειάζεται να τους αναλύσεις τι κάνουμε. Ή τι είδους σχέση έχουμε. Καθησύχασέ τους. Πες τους ότι είμαστε καλά. Και ότι είμαστε ζευγάρι κανονικό, όπως όλα τα άλλα. Ακόμα και με μελανιές...
Άρχισε να χαμογελάει.
-Είπαν ότι δεν κάνουμε sex..., μου υπενθύμισε.
-Τι να κάνουμε τώρα;..., τον ρώτησα. Να το γυρίσουμε σε DVD και να τους καλέσουμε να το δούμε παρέα;

-Νανά..., είπε ο Α και σηκώθηκε από την θέση του. Δεν θέλαμε να εξελιχθούν έτσι τα πράγματα...
-Το ξέρω, Α. Αλλά κι εσείς πρέπει να καταλάβετε πως νοιώθει κι εκείνος. Έχετε καταλάβει τι του είπατε; Αφήστε εμένα. Εγώ είμαι η γκόμενα...
-Δεν είσαι η γκόμενα!, πετάχτηκε το βλαμμένο μου, διακόπτοντάς με.
-Και τι είμαι, Γ;..., τον ρώτησα γυρίζοντας λίγο το κεφάλι, όπως ήμουν ξαπλωμένη στην ράχη του καναπέ.
-Είσαι η καλύτερη γυναίκα που είχε ο Χ!, είπε έντονα.
-Δεν είχα και πολλές..., είπε μορφάζοντας ειρωνικά εκείνος.
Γελούσα.

-Τέλος προγράμματος. Εθνικός ύμνος. Σηκωθείτε!, είπα και σηκωθήκαμε κι εγώ κι εκείνος από τον καναπέ.
Αρχίσαμε να τους σπρώχνουμε προς την πόρτα.
Άρχισαν να διαμαρτύρονται.
-Έχετε φύγει, λέμε. Πάω να του ρίξω 5-6 μπουνιές που περίσσεψαν από χθες.
-Και όταν πάω σπίτι, πάρ'τε με ένα τηλέφωνο να σας πω πόσες φορές τον έπαιξα...
-Ναι! Να μην πάρετε, όμως, αμέσως και τον κόψετε. Πάρ'τε μετά, γιατί είναι και λίγο αργός. Άντε, καμάρια μου. Άντε στο καλό.

Τους πετάξαμε στον διάδρομο.
Τα χέρια μας ήταν ακόμα επάνω στην πόρτα.
Κούνησα το κεφάλι, σκεπτική.
-Κοίτα να δεις που εχθές κινδυνέψαμε να αφήσουμε τα οστά μας από το πήδημα, και σήμερα κοντέψαμε να πνιγούμε στην μαλακία...