22.6.10

Full Speed Ahead

Αρχές Σεπτέμβρη, ετοιμαζόμασταν για τις διακοπές.
Ο Χ έπλεε σε πελάγη ευτυχίας.
Εγώ, από την άλλη, και μόνο στην σκέψη ότι θα ανέβαινα σε πλοίο, έβγαζα νύχια...

Βέβαια, ήταν Σεπτέμβριος.
Πόση κίνηση να είχε; Πόση καθυστέρηση; Πόσο κακό είναι να φτάχνεις μία στο τόσο βαλίτσες; Και τι μου έφταιγε ένας άνθρωπος που είχε υποστεί τόση ταλαιπωρία για εμένα; Το λιγότερο που θα μπορούσα να κάνω, ήταν να πάω μαζί του διακοπές. 10 μερούλες. Δεν γαμιόταν;

Ασφαλώς και ήξερε ότι δεν ήταν το καλύτερό μου.
Με είχε ρωτήσει 100 φορές εάν ήθελα πραγματικά να πάω. Έλεγα "ναι". Αλλά ήταν κατά το ήμισυ η αλήθεια. Ήθελα να πάω. Αλλά όχι πραγματικά. Βασικά, δεν ήξερα που θα πηγαίναμε. Γενικά, δεν ρωτάω ποτέ κανέναν που θα πάμε. Όπου με πηγαίνουν, πάω. Πολύ λίγο με ενδιαφέρει το "που". Με ενδιαφέρει το "με ποιον". Κι όταν τα άτομα που με γνωρίζουν μου προτείνουν να πάμε κάπου, το μόνο που ρωτώ, είναι "τι να φορέσω;". Ο Χ κρατούσε επτασφράγιστο μυστικό τον προορισμό. Το μόνο που μου είχε πει, ήταν ότι θα είναι νησί.

Ok.
Ετοίμασα τα πράγματά μου, πήρα και το αγαπημένο μου μαγιώ - πιο sexy μαγιώ δεν έχω φορέσει στην ζωή μου... -, το οποίο σπανίως φοράω για να μην μου χαλάσει. Οπότε, σκεφτόμουν ότι θα κάνω μπάνια, θα φοράω το αγαπημένο μου μαγιώ, και ότι εκείνος θα ξεκουραζόταν. Αυτά είχα ως θετικά.

Γιατί όταν ήρθε η μέρα να ταξιδέψουμε, ήμουν όλη μία αρνητική ενέργεια.
Από μέσα μου. Από έξω μου, τα έχουμε πει. Κυρία... Ενώ, λοιπόν, το κυριλίκι έκανε απ' έξω τα δικά του, από μέσα, ήμουν με τον διάολο καβάλα... Είχα ξυπνήσει 8 χαράματα, βρέθηκα σε ένα άθλιο λιμάνι, μπήκα μέσα σε ένα πλοίο που φώναζαν οι καφροέλληνες, τσίριζαν τα μούλικά τους. Είναι τόσο καλύτερο να πάρεις την γιαγιά σου μαζί στο ταξίδι, από εμένα. Γιατί εγώ έχω τόσα νεύρα... Κι ενώ η γιαγιά σου θα "έδινε τόπο στην οργή" - όπως έλεγε η δική μου -, εγώ θα θέλω να σε τσιμπήσω, να σε δαγκώσω, να σε γρατζουνίσω, να σε κλωτσήσω κάτω από το τραπέζι. Γιατί; Γιατί είμαι πολύ καλός άνθρωπος. Τελεία. Και παύλα.

Είχα, όμως, με κάτι να ασχολούμαι.
Όταν συζητούσαμε για το ταξίδι, του είπα ότι για αυτές τις 10 ημέρες θα συμπεριφερόμασταν σαν "κανονικό ζευγάρι". Τούτ' έστιν, κομμένοι οι πληθυντικοί, το βάδισμα πίσω μου, κτλ, κτλ. Το να είμαστε έτσι μπροστά σε κόσμο, και αλλιώς στο δωμάτιο ή όταν μέναμε μόνοι, το έβρισκα τραγικά γελοίο. Ή έτσι ή αλλιώς. Αυτά που ξέραμε, στην πατρίδα. Όχι στην ξενιτιά.

Περίμενα, λοιπόν, να πει κάτι.
Μέχρι να ξεκινήσει το γαμωπλοίο, δεν του είχε έρθει. Κι εγώ περίμενα να δω πως θα ήταν να είμαστε "κανονικό ζευγάρι". Όχι ότι είχα αμφιβολίες για το πως με έβλεπε ο Χ. Αλλά είχα μεγάλη περιέργεια να δω πως είναι να μου μιλάει στον ενικό. Ασφαλώς, και δεν περίμενα να μου πιάνει το χέρι ή να ακούσω από πουθενά κανένα "μωρό μου" ή "αγάπη μου", γιατί ένας θα γύριζε πίσω. Κι αυτός με χειροπέδες. Και όχι αυτές του BDSM.

Κι εκεί που σκεφτόμουν πως θα ήταν αν είχα μαζί μου καμμιά 10ριά gag, να βουλώσω μερικά στόματα ή πως θα ήταν αν ξαναέβαζα κάποια βλαστάρια από εκεί που είχαν βγει - και δεν εννοώ τις μήτρες... -, άκουσα κάτι που δεν είχα ξανακούσει ποτέ.

-Νανά...;