2.6.10

Coolness

Δεν ξέρω τι να γράψω.
Ειλικρινά.
Δεν μπορώ ούτε να περιγράψω πως αισθανθήκαμε.

Ίσως αν έλεγα ότι ήταν σαν ταινία του Δαλιανίδη, όπου όλοι σταματούν ό,τι κάνουν και ξεκινάει ο χορός; Σαν να περιμέναμε κι εμείς να εμφανιστεί από το πουθενά το μπαλέτο και να ξεκινήσει η μουσική για το "Θα 'ρθει να ξέρεις, να ξέρεις μια βραδυά"; Πολύ ωραίο τραγούδι. Και πολύ ωραία ταινία. Και το χορευτικό. Ναι...

Η Πριγκηπέσσα έβλεπε το Κοροϊδάκι της να έχει μείνει με την σόδα ανά χείρας και να κοιτάζει εκείνη(;), το κενό(;), κάτι, εν πάση περιπτώσει. Η Πριγκηπέσσα και έβλεπε και άκουγε. Αλλά δεν μπορούσε να μιλήσει. Τους έλεγαν ανέραστους...; Ναι...

Διάολε... Που ήταν ο Παράβας; Γιατί δεν έμπαινε μέσα, να αρχίσει τις ζεΐμπεκιές του; Μα την Παναγία, ούτε που θα μας έκανε εντύπωση. Ναι...

Το μυαλό μου έτρεχε με 1.000.
Έπρεπε να σκεφτώ γρήγορα. Δεν έπρεπε να τρομάξει ούτε εκείνος, ούτε οι άλλοι. Ψυχραιμία.
-Έχεις την καλοσύνη να γεμίσεις ένα ποτήρι με πάγο και ό,τι περισσέψει, με ουΐσκι;, ρώτησα ήρεμα τον καλό μου.
Με κοίταξε υπνωτισμένος.
-Ένα ποτήρι με πάγο και ουΐσκι, μέχρι πάνω, του επανέλαβα αργά.
Έφυγε μηχανικά για την κουζίνα.
-2 ποτήρια, μάλλον... κι ένα για εσένα..., άλλαξα γνώμη.

Γύρισα, σχεδόν τρομαγμένη, και κοίταξα και τους τρεις.
Με κοιτούσαν αθώα(;), απονήρευτα(;), περιμένοντας μίαν απάντηση. Μέσα σε δευτερόλεπτα σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να εξερευνήσω τι είχαν ακριβώς μέσα στο μυαλό τους για εμάς. Ήταν μία ευκαιρία, για να δω πως οι τρίτοι βλέπουν μία σχέση σαν την δική μας. Ok, δεν ήξεραν πολλά. Έστω. Πως το σκέφτονταν. Δεν έπρεπε να πω τίποτα που να τους έκοβε τις σκέψεις. Έπρεπε να μην τους φοβίσω για να τους ενθαρρύνω να το αναπτύξουν. Αλλά και να κρατήσω τον Χ να μην κάνει κάτι και το χαλάσει. Ψυχραιμία, λέμε.

Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι είχε γίνει αυτή η ερώτηση.
Και δεν χωρούσε στο μυαλό μου, ότι αυτή την ερώτηση την έκανε ο Α...
Ο καλός μου ήρθε και κάθησε δίπλα μου, σαν να φοβόταν μήπως σπάσει τα αυγά. Άφησε αργά τα ποτήρια στο τραπέζι, και γύρισε να με κοιτάξει. Τα είχε δει όλα, λέμε...
Του χαμογέλασα. Όσο μπορούσα... Η προσβολή ήταν μεγάλη. Αλλά η περιέργειά μου ακόμη μεγαλύτερη. Ασφαλώς και ήξερα ότι δεν το ήθελαν. Αλλά για τον Χ αυτό πρέπει να ήταν μεγάλο θέμα. Προσπαθούσε, όμως, να μην δείχνει ότι μόλις άκουσε τους φίλους του να τον λένε "μαλάκα"...

-Τι εννοείς, Α;, ρώτησα ήρεμα, ανάβοντας ένα τσιγάρο και πίνοντας μία γουλιά από το ποτό.
-Έχετε σχέση... κανονική;..., δυσκολεύτηκε να αρθρώσει χαμηλόφωνα.
-Σχέση...;, είπε ο Χ. Σχέση... κανονική...;
Πως να τον κρατούσα; Τι να του έλεγα; Δεν είχαμε χρόνο. Κι εκείνος ήταν στα όριά του. Έβαλα το χέρι μου στο πόδι του, χαϊδεύοντάς το, προσπαθώντας να τον καλμάρω.
-Άσε να μας πουν τα παιδιά..., του είπα γλυκά.
Με κοίταξε ήρεμος. Αλλά τα μάτια του έλεγαν άλλα... Δεν υπήρχε περίπτωση να το αποτρέψω. Οπότε, ό,τι προλάβαινα, όπως προλάβαινα.

-Ναι..., είπε έτοιμος να ξεσπάσει. Να μας πουν τα παιδιά... Να μάθουμε κι εμείς. Εγώ, δηλαδή, θέλω να ξέρω. Τι σχέση έχουμε.
-Είπατε ότι κάνατε sex..., είπε ο Γ. Δεν ξέραμε ότι...
-... ότι;, τον έκοψε εκείνος. Ότι; Τι;
-Ότι είχατε κανονική σχέση..., ξαναείπε ο Α.
-Τι είναι η μη κανονική σχέση, Α;, τον ρώτησα.
-Δεν ξέρω..., ξεκίνησε να λέει.
-Ξέρεις, όμως, τι είναι η κανονική..., άρχισε να φορτώνει επικίνδυνα ο Χ.
Και τότε πετάχτηκε το χαϊδεμένο.
-Στις διακοπές, ήσασταν ο ένας σε απόσταση από τον άλλον, εξήγησε. Δεν ήσασταν σαν ζευγάρι. Εσύ ούτε που τον άγγιξες, όσο ήμασταν μαζί. Ήσουν σαν ξένη...
-Έπρεπε να πηδιόμαστε στις παραλίες, για να δηλώνουμε ότι είμαστε ζευγάρι;, τον ρώτησα ειρωνικά. Εσείς από αυτό βγάλατε συμπέρασμα; Θεωρείτε φυσικό μία γκόμενα να βάζει χέρι στον καλό της, μπροστά στους φίλους του που έχουν πάει διακοπές. Και δεν είναι ένας και δύο. Αλλά τρεις. Τότε γιατί να μην το κάναμε και όλοι μαζί; Δεν θα ήταν πολύ ωραία εμπειρία; Λοιπόν. Όταν θα πάτε διακοπές με την επόμενη σχέση τού Χ, να της το έχετε πει από πριν. Να χαμουρεύεται μπροστά σας, για να είστε σίγουροι ότι ο φίλος σας πηδάει. Ότι έχει σχέση. Κανονική. Πως το λένε...

Είχα πει ένα λάθος επίθετο. Στο άκουσμα του οποίου ο Χ έγινε κατακόκκινος.
Κάθησε πιο έξω στον καναπέ, και πλησίασε το τραπεζάκι σταυρώνοντας τα δάκτυλά του.
Ήταν έξω φρενών...
Πριν προλάβει να πει κάτι, όμως, ο Β έκανε και μία λάθος ερώτηση.
-Δηλαδή, τον ήθελες και σαν άνδρα;...
Ένοιωσα να ζαλίζομαι... Φοβήθηκα να μην μου ξανανοίξει η μύτη, γιατί η πίεσή μου πρέπει να είχε χτυπήσει 21.
-Αν εγώ είμαι γυναίκα... σαν τι άλλο να ήθελα τον Χ...;, προσπαθούσα τώρα εγώ να κρατηθώ. Αν εγώ είμαι γυναίκα...

Με την άκρη του ματιού μου, πιάνω τον Χ να κουνάει το κεφάλι του στιγμιαία.
-Τι θέλεις να πεις;, ακούστηκε εξοργισμένος.
-Κοίτα να δεις που εγώ είμαι η ξανθιά..., είπα μήπως και αποκλιμακώσω την ένταση.
-Ότι είμαι με μία γυναίκα για να με χτυπάει;, ο Χ δεν κρατιόταν. Τέλος.
Καμμία απάντηση. Όλοι είχαν μείνει να τον κοιτάζουν τρομαγμένοι.
-Και μετά τι κάνω;, συνέχισε. Πάω σπίτι μου και τον παίζω;
Χέστηκαν επάνω τους.
-Εγώ, να υποθέσω, δεν κάνω τίποτα..., είπα βάζοντας την παλάμη μου πρώτα στο στήθος του και μετά στο δικό μου, κοιτάζοντάς τους. Και συγγνώμη που διακόπτω... ε;...

-Σας ρώτησα κάτι!, ύψωσε την φωνή ο αφέντης και σηκώθηκε όρθιος. Τι κάνω; Μου λέτε;
-Νομίζαμε..., τραύλιζε ο Β.
-Τι;! Τι νομίζατε;! Ότι έρχομαι στην Ελλάδα για να είμαι με μία γυναίκα που με μισεί;! Για να με δέρνει;! Ότι έχω άλλη γκόμενα στην Α και πηδάω;! Τι;! Δεν καταλαβαίνω! Γιατί μία εβδομάδα μαζί, νόμιζα ότι είχατε καταλάβει τι γίνεται εδώ! Και πόσο αγαπάω την Νανά! Και ήρθατε σπίτι μας να μου πείτε ότι είμαι μαλάκας κι εκείνη ότι δεν είναι γυναίκα, επειδή δεν γαμιόμασταν στις διακοπές;! Θα μου πείτε τι νομίζατε;! Εκτός και αν από το πολύ παίξιμο, έχω γίνει πολύ μαλάκας και δεν καταλαβαίνω!

Ξαναγυρίσαμε στην αρχή.
Κι ο Παράβας δεν ήρθε ποτέ.