31.8.11

Cut To The Chase

Οι εκφράσεις τού Ψ, καθώς και η γλώσσα τού σώματός του, δεν έδειχναν σημάδια πέρα από εκείνα τού κοινωνικού ενδιαφέροντος. Θα ήταν πολύ λογικό για τον οποιονδήποτε που βρισκόταν στην κορυφή τής ιεραρχίας μίας επιχείρησης, και είχε δίπλα του έναν "καλεσμένο", να ασχολείται περισσότερο μαζί του παρά με τα άτομα εκείνα που γνωρίζει και βλέπει κάθε ημέρα. Ιδιαιτέρως, όταν εκείνος είναι ένας άνδρας και ο "καλεσμένος" είναι μία γυναίκα. Εξ άλλου, η φίλη μου είχε πει "ενδιαφέρον άτομο".

Το "no matter what" ήταν το θέμα μου.

Η συζήτηση μπορεί να γινόταν ιδιαιτέρως αλλά δεν γινόταν χαμηλόφωνα. Οπότε, ο καθένας μπορούσε να ακούσει τι λέγαμε. Κι εμείς λέγαμε εντελώς τυπικά πράγματα, πράγματα που μπορούν να συζητήσουν δύο ξένοι. Το ότι κάθε επιχείρηση είναι ένας μικρόκοσμος, όμως, και ότι όλα συζητούνται και πολλές φορές παίρνουν αβάσιμες διαστάσεις, είναι, σχεδόν, δεδομένο. Έτσι, έπρεπε να σταματήσω το "παρακάτω", που, πολύ πιθανόν, βάσει τού "no matter what", θα επακολουθούσε, υπό μορφήν "αυτή είναι η κάρτα μου, δώστε μου την δική σας". Δίπλα μου ήταν η φίλη μου, και απέναντί μας καμμιά 10ρια άτομα τού μικρόκοσμου, οπότε δεν είχα καμμία διάθεση να γίνουμε θέαμα.

Υπήρχε και ένα άλλο στοιχείο που λειτουργούσε σαν ελαφρυντικό.
Εγώ ήμουν αρκετά νεότερή του. Επομένως, εάν ήταν γνωστό σε όλους ότι οι προτιμήσεις του στις γυναίκες έχουν να κάνουν αποκλειστικά με μεγαλύτερο ηλικιακά target group, τότε, αυτομάτως, εγώ ήμουν απ' έξω.

Κι εκεί είχα πρόθεση να μείνω.
Αλλά όχι εκείνος.

Όταν άρχισαν οι νύξεις - με μορφή συγκαλυμμένων ερωτήσεων -, κατάλαβα αμέσως ότι με εξέταζε. Όχι με τον τρόπο που θέλουμε να εξετάσουμε κάποιον που τον προορίζουμε για συνεργάτη ή για φίλο. Αλλά για κάτι πιο προσωπικό. Ήταν πολύ διακριτικός. Αλλά τον είχα καταλάβει.
-Για να καλέσει εσάς η Π, σημαίνει κάτι...
-Τι εννοείτε;
-Προφανώς θα είστε άνθρωπος που σας έχει σε μεγαλύτερη εκτίμηση από τις άλλες φίλες της.
-Θα μπορούσε οι άλλες φίλες της να μην είχαν την δυνατότητα να έρθουν, επίσης.
-Θέλετε να πείτε ότι κάλεσε κι άλλες;
-Θέλω να πω ότι δεν είστε σε θέση να γνωρίζετε.

Παύση.
Σκεφτόταν.
-Είστε κλειστός άνθρωπος;, είπε περισσότερο συμπερασματικά παρά ερωτηματικά.
-Ασφυκτικά.
Παύση.
Το επεξεργαζόταν.

Κι εδώ έπρεπε να αρχίσω να τραβάω γραμμές.

-Έχετε ξεκινήσει τις προσωπικές ερωτήσεις, είπα με ένα παγωμένο χαμόγελο για να μην καταλάβουν οι άλλοι. Θα ήταν προτιμότερο, λόγω τής κατάστασης, να περιοριστούμε στις κοινωνικές. Οτιδήποτε άλλο, θα ήταν λόγος για να αποχωρήσω.
Μαζεύτηκε.
Παύση.
Το σκέφτηκε.
-Δεν είχα σκοπό να σας φέρω σε δύσκολη θέση και σε καμμία περίπτωση να σας κάνω να φύγετε.
-Τότε θα πρέπει να κάνετε ό,τι σας λέω, τον κοίταξα έντονα.

Το βλέμμα του σταμάτησε λίγο στο δικό μου, και μετά κοίταξε έξω στον δρόμο, σκεπτικός.
-Νομίζω ότι δεν έχω πέσει έξω με εσάς, είπε αινιγματικά.
Ούτε που με ενδιέφερε να μάθω τι εννοούσε. Μου αρκούσε που αμέσως άρχισε να ασχολείται και με τους άλλους, κι έτσι όλα ήρθαν εκεί που έπρεπε εξ αρχής. Η συζήτηση επικεντρώθηκε στα θέματα τής δουλειάς τους, κι εγώ ησύχασα.

-Πρέπει να σας πω κάτι, είπε όταν οι υπόλοιποι είχαν απορροφηθεί με κάτι που είχε ειπωθεί.
-Σας ακούω.
-Εγώ ζήτησα από την Π να έρθετε μαζί μας.
-Για ποιον λόγο;, έπρεπε να ξεμπερδεύουμε γρήγορα.
Μου ανέφερε 5-6 κινήσεις μου που είχε παρατηρήσει στο προηγούμενο μαγαζί και του κίνησαν το ενδιαφέρον. Όλες οι κινήσεις αυταρχικές. Όλες οι κινήσεις κυριαρχικές.
-Συνήθως όλα όσα αναφέρετε τρομάζουν έναν άνδρα. Δεν του προκαλούν το ενδιαφέρον. Εκτός και αν έχει διάθεση για παιχνίδια.
-Δεν έχω καμμία διάθεση για παιχνίδια, είπε πολύ σοβαρά.
-Τότε ελπίζω να μην έχετε την διάθεση να εκθέσετε την φίλη μου κι εμένα, του είπα αυστηρά.
-Τι θέλετε να κάνω;

Αυτή την φορά έκανα εγώ την παύση.
Τον κοίταξα έντονα.
Κάτι δεν πήγαινε καλά...

-Λίγα πράγματα. Κατ' αρχήν να αλλάξετε θέση. Και κατόπιν να βρείτε τρόπο ώστε όλοι αυτοί να μην μείνουν με την εντύπωση ότι η φίλη μου σας βρήκε γκόμενα. Με απλά λόγια, να αποκαταστήσετε τις ισορροπίες. Μπορείτε;
-Μπορώ.
-Τότε όλα είναι καλά.
-Τότε μπορώ να έχω κι εγώ το ενδιαφέρον σας;, ρώτησε σοβαρά.

Παύση.
Κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά...

-Τότε θα πρέπει να μου δείξετε κι εσείς κάτι για να τραβήξει το ενδιαφέρον μου.
-Τι θα θέλατε να είναι αυτό;
-Αυτό που μόλις σας ζήτησα.
-Πείτε ότι έγινε.
-Θα το πω όταν γίνει.

Και ο Ψ έκανε ό,τι του είπα.
Και μετά από μέρες, η φίλη μου μού είπε ότι έκανε λάθος τελικά και άδικα τσακωθήκαμε. Ο Ψ ενδιαφερόταν, απλά, να με γνωρίσει, όπως θα ενδιαφερόταν, πιθανόν, για να προσλάβει κάποιον. Πως της είχε περάσει από το μυαλό ότι το ενδιαφέρον του ήταν διαφορετικό και ότι θα επέλεγε κάποια μικρότερή του; Στο γραφείο, η γνωριμία μας έγινε θέμα συζήτησης, και γελούσαν με την προοπτική. Μου ζήτησε συγγνώμη.

Ο Ψ τα είχε καταφέρει.

28.8.11

The Timing

Εκείνη την περίοδο δεν ήθελα τίποτα.
Ή, μάλλον, ήθελα ένα πράγμα: ησυχία.

Ήθελα να είχα ένα remote control, να πατούσα το mute, και να μην άκουγα τίποτα.
Α! Και να ήμουν αόρατη, ίσως.

Να έκανα την δουλειά μου, να έβλεπα τους φίλους μου, αλλά πέρα από αυτά, ούτε άλλες γνωριμίες ούτε άλλες συζητήσεις ούτε καν τα τυπικά.
Δεν ήθελα.

Φυσικά, ο περίγυρός μου καταλάβαινε ότι δεν ήμουν στα καλά μου.
Είναι λίγο δύσκολο εκεί που κάνεις παρέα - ή έχεις συνηθίσει - με έναν άνθρωπο που είναι 220 Volt, να ξυπνάς μία μέρα και να τον βλέπεις να μην μπορεί να γεμίσει ούτε μία μπαταρία ΑΑ. Δεν ήξεραν. Και δεν ρωτούσαν. Απλά έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να με κάνουν να γελάω και να περνάω καλά.
Όταν με έβλεπαν.

Γιατί όταν δεν είμαι καλά, απομονώνομαι.
Οπότε δεν χρειάζεται να με δεις.
Το καταλαβαίνεις από την απουσία.

Ένα μεσημέρι, μου τηλεφώνησε μία φίλη ζητώντας να συναντηθούμε στο στέκι της, στο κέντρο. Κατάλαβα από την φωνή της ότι πήρε προαγωγή, και μου ήταν αδύνατον να αρνηθώ. Πήγα προσπαθώντας να είμαι χαμογελαστή - εκείνο το χαμόγελο που μόλις φαίνεται; - και βρήκα μία τεράστια παρέα, όλοι συνάδερφοί της από την εταιρεία που εργαζόταν. Όλοι μες στην τρελή χαρά - ήταν εκείνες οι εποχές που καίγονταν οι πιστωτικές και ο κόσμος διασκέδαζε με το παραμικρό και ασυνείδητα; -, έτρωγαν και, κυρίως, έπιναν.

Αφού έγιναν οι κοντινές συστάσεις - μέχρι εκεί που έφτανε το χέρι μου όταν απλώνονταν, γιατί γινόταν της πουτάνας από την δυνατή μουσική, τον κόσμο, τα γέλια και τις φωνές -, κάθησα, και η φίλη μου μού ανακοίνωσε τα νέα που ήδη είχα υποψιαστεί. Είχα σκοπό να μείνω όχι περισσότερο από μία ώρα. Φαινόμουν από την πόρτα ότι ήμουν το outsider, όχι της παρέας, όλου του μαγαζιού. Δυστυχώς το control ήταν μόνο στην φαντασία μου, και με αυτήν έπαιζα παιχνίδια τού τύπου "πατώ το mute και το βουλώνουν όλοι" ή "πατώ το mute και δεν ακούω Χριστό".
Κι έτσι περνούσε η ώρα.

Μόλις το είχα πάρει απόφαση να φύγω, είχα σηκωθεί, και κρατούσα τα τσιγάρα στο χέρι. Η φίλη μου κόντεψε να πνιγεί, αφήνοντας το ποτό που έπινε απότομα στο τραπέζι.
-Δεν φεύγεις!, είπε πανικόβλητη, αρπάζοντάς με από τον καρπό.
-Αλήθεια;..., την ρώτησα αφ' υψηλού.
Σηκώθηκε σαν ελατήριο.
-Τώρα θα φύγουμε!, είπε αμέσως.
-Θα έρθετε όλοι σπίτι μου;
-Όχι! Θα πάμε αλλού!
-Να πάτε.
-Περίμενε λίγο!, είπε και εξαφανίστηκε μέσα στο πλήθος.

Άφησα το σώμα μου να καταρρεύσει στο κάθισμα, άναψα ένα τσιγάρο, κι άρχισα σιγά-σιγά να βράζω. Αυτά είναι που μου την δίνουν όταν βγαίνω. Όταν εγώ θέλω να φύγω και οι άλλοι θέλουν να μείνουμε. Ή να πάμε κάπου αλλού. Εάν θέλω να φύγω, φεύγω. Δεν μπορείς να με σταματήσεις. Νευριάζω. Και δεν θέλεις να το δεις.

Αλλά η φίλη μου γύρισε ενθουσιασμένη, κοιτάζοντάς με με νόημα. Την κοίταξα κι εγώ με απορία και γύρισα να δω που αλλού κοιτούσε. Μία παρέα κοστουμαρισμένη ερχόταν, σαν να ήταν διαφήμιση ασφαλιστικής εταιρείας(;), πολιτικού κόμματος(;), κάτι τέτοιο, προς το μέρος μας.
-Δεν κατάλαβα, την ρώτησα καχύποπτη. Θα μας δείρουν;
-Όχι, όχι!, είπε χαμηλόφωνα, σκύβοντας στο μέρος μου, και μου εξήγησε ότι αυτοί ήταν οι "νέοι" της συνάδερφοι.
-Όλοι άνδρες;..., την ρώτησα με θαυμασμό. Τότε, διπλά συγχαρητήρια από εμένα.
-Δεν θα με αφήσεις, έτσι δεν είναι;, είπε μαραζώνοντας.
-Φοβάσαι;
-Νανά, σταμάτα!, είπε παραπονεμένη. Υπάρχει λόγος!

Ξανακοίταξα την παρέα.
Προφανώς, "κάποιος" από αυτούς ήταν ο λόγος. Και, μάλλον, η φίλη μου ήθελε υποστήριξη. Δεν ήξερα ποιος είναι ο "κάποιος" και δεν μπορούσα να ξεχωρίσω τόσο γρήγορα. Έμοιαζαν κι όλοι σαν να είχαν βγει από το ίδιο εργοστάσιο: κομμένοι και ραμμένοι στο ίδιο στυλ και χρώμα. Δεν με ένοιαζε. Αλλά έπρεπε να είμαι εκεί για την φίλη μου.

Πήγαμε με τα πόδια 2-3 τετράγωνα πιο πάνω - ανηφόρα, τις σιχαίνομαι τις ανηφόρες... -, σε ένα εστιατόριο πιο low profile, και με διακριτική μουσική. Εγώ, εκείνη, και καμμιά 10ριά άνδρες. Δεν μπορέσαμε να πούμε κουβέντα αλλά με κοιτούσε με το γνωστό ύφος "θα σου πω όταν φτάσουμε". Με κανέναν από αυτούς δεν είχαμε γνωριστεί, κανείς από αυτούς δεν καθόταν κοντά μας.

Όταν τακτοποιηθήκαμε, συνειδητοποίησα ότι αισθανόμουν καλύτερα.
1. είχα βγάλει τα παπούτσια κάτω από το τραπέζι
2. δεν έβρισα στην ανηφόρα
3. διάολε, άνδρες!

Αφού μου σύστησε κάθε έναν ξεχωριστά με όνομα, επίθετο, και θέση στην εταιρεία, έφτασε στον διπλανό μου.
-Και ο κύριος που κάθεται δίπλα σου, είναι ο (...), και είναι το...
-... ο προϊστάμενος, την έκοψε κομψά και χαμηλοφώνως.
-Όλων!, πετάχτηκε κάποιος.
Έδωσα το χέρι μου σαν καλό κορίτσι, και κοίταξα φευγαλέα την φίλη μου. Ο "κάποιος" ήταν αυτός.
Σίγουρα.

Υπέθεσα, πως θα είχε ηθικό δίλημμα: προαγωγή και σχέση με το αφεντικό της;
Τα πράγματα ήταν σοβαρά...

-Λοιπόν, είπα υψώνοντας αρκετά την φωνή μου. Εμείς θα πάμε να φρεσκαριστούμε. Εσείς παραγγείλετε ό,τι νομίζετε. Θα αργήσουμε.
Σηκώθηκα, πήρα την τσάντα μου, και έκανα νόημα με τα μάτια στην φίλη μου να σηκωθεί κι εκείνη. Στραβοκαταπίνοντας, σηκώθηκε, και καθώς έκανα να γυρίσω την πλάτη, βλέπω τον "κάποιο" να ανασηκώνεται κι εκείνος για λίγο. "Τουλάχιστον, είναι ευγενής", σκέφτηκα.

-Το κατάλαβες;!, ρώτησε με έξαψη η φίλη μου όταν έκλεισε η πόρτα τής τουαλέτας πίσω μας.
-Ότι την πάτησες με το αφεντικό; Ε, δεν ήταν και τόσο δύσκολο. Μόνο να αλλάξουμε θέσ...
-Αυτός την πάτησε μαζί σου!, είπε τσιριχτά, καθώς με έπιασε από τους ώμους.

Σταμάτησα.
Δεν μίλησα.
Την κοίταξα.
Δολοφονικά.
Mute.
Τα πάντα, όλα.

Άφησα την τσάντα μου στο μάρμαρο τού νιπτήρα, κατέβασα με ψυχραιμία τα χέρια της από επάνω μου, πήρα βαθιά ανάσα, έκλεισα τα μάτια, και της κράτησα τα χέρια στα δικά μου.
-Με έφερες εδώ για προξενιό...; Πες μου ότι δεν έχω καταλάβει...
-Δεν... δεν είναι προξενιό..., είπε τρομαγμένη.
-Μην συνεχίζεις!, την προειδοποίησα σπρώχνοντας τα χέρια της μακριά. Λοιπόν. Θα πάω έξω, θα χαιρετήσω, και θα φύγω. Και εμείς θα τα πούμε όταν θα σου φύγει η χαρά τής προαγωγής.

Πηγαίνοντας προς την πόρτα, η φίλη μου με τράβηξε απότομα πίσω.
Μου εξήγησε - σαν να είχε πάρει speed - ότι ο τύπος ήταν περίπτωση, όταν πάντα έβγαινε με γυναίκες αρκετά μεγαλύτερες από εκείνον, ότι ποτέ δεν ψάρωνε με τις γκόμενες που του την έπεφταν στο γραφείο, ότι ήταν πάντα χαμηλών τόνων, πολύ προσγειωμένος, πολύ λιγομίλητος, πολύ σοβαρός, όλοι τον σέβονταν αλλά είχαν και τον φόβο του, και ότι το θεώρησε πολύ καλό σημάδι, που την ημέρα τής προαγωγής της, εκδήλωσε στην ίδια το ενδιαφέρον του για εμένα, την φίλη της. Ήταν εκείνος που της είπε να με πάρει μαζί της "no matter what", διότι του φάνηκα "πολύ ενδιαφέρον άτομο".

Σταμάτησε για να πάρει ανάσα.
-Ωραία, της είπα. Πες του, πως το "ενδιαφέρον άτομο" θέλει να πάει σπίτι του. Και τα ξαναλέμε.
-Όχι! Όχι!, είπε τρελαμένη. Μην μου το κάνεις αυτό! Σε παρακαλώ! Τι σου έχω ζητήσει;! Κάτσε λίγο, και φεύγεις! Θα καταλάβει ότι σου μίλησα! Μην μου το κάνεις αυτό!

"Δεν γαμιέται", σκέφτηκα.
Φρεσκαριστήκαμε, βγήκαμε, καθήσαμε, φάγαμε, και άρχισε η ψιλοκουβέντα. Η φίλη μου τράβηξε το κάθισμά της πιο κοντά στους άλλους, για να μας αφήσει μόνους. Εγώ έβραζα. Μία λέξη ήθελα. Μία στραβή.
Τίποτε άλλο.

Αλλά ο "κάποιος" ήταν εξαιρετικά ευγενής.
Μου άναβε όλα τα τσιγάρα. Μου γέμιζε τα ποτήρια νερό και κρασί, απαγορεύοντας στον σερβιτόρο να επέμβει. Πήγε και μου πήρε τσιγάρα. 2 πακέτα. Μιλούσε ήρεμα, ευγενικά, σοβαρά. Περί ανέμων και υδάτων. Φαινόταν ότι ενδιαφερόταν, και το είχαν καταλάβει όλοι.

Κι εμένα, αυτά τα πράγματα δεν μου αρέσουν.

21.8.11

The Micro And The Macro

Από παιδί ποτέ δεν έκανα διακρίσεις.
Δεν με ενδιέφερε εάν ο άλλος ήταν όμορφος ή άσχημος, πλούσιος ή φτωχός, από καλή ή κακή οικογένεια, αν οι άλλοι έλεγαν θετικά ή αρνητικά σχόλια για το άτομό του, αν τον έπαιζαν τα παιδιά στην γειτονιά ή στο σχολείο. Δεν με ενδιέφερε ποτέ. Ήθελα να είμαι μαζί του για κάποιον λόγο; Δεν με σταματούσε τίποτα.

Είχα κάποια κριτήρια.
Αν είχε humor, είχε σεβασμό, αν ήταν διακριτικός, αν ήταν ειλικρινής. Τέτοια πράγματα. Πράγματα που δεν είχαν να κάνουν ούτε με την εικόνα, ούτε με τους άλλους.

Μπαίνοντας στην εφηβεία, πρόσθεσα και την εικόνα.
Για παράδειγμα, δεν θα μπορούσα να είμαι ποτέ με κάποιον, που έχει τρίχες στο πρόσωπο - αυτό, ειδικά, μπορεί να με κάνει να ξεράσω - ή μακριά μαλλιά (αν είναι άνδρας), που ντύνεται προκλητικά, που βάφεται σαν να γύρισε από τα μπουζούκια στις 10 το πρωί (αν είναι γυναίκα).

Βγαίνοντας από την εφηβεία - και μπαίνοντας στην διαδικασία τού ζευγαρώματος -, ποτέ δεν με απασχόλησε το τρίπτυχο που απασχολεί τις απανταχού γυναικούλες: μόρφωση-επάγγελμα-οικονομική κατάσταση. Με ενδιέφερε πάντα αυτό που είχε κάποιος μέσα του, κι αν αυτό μπορούσε να εξελιχθεί, να προοδεύσει.

Οπότε, θα μπορούσε να είναι ένας αμόρφωτος τσοπάνος που είναι πολύ ανήσυχο πνεύμα και την ώρα που βοσκά τα πρόβατά του διαβάζει τόνους βιβλία, γιατί θα έβαζε κάτω έναν καθηγητή πανεπιστημίου, που μόλις τελειώνουν οι ελάχιστες διδακτικές του ώρες ρουφάει διπλά espresso με συναδέλφους του, και συγχαίρουν ο ένας τον άλλον για το πνεύμα τους. Ή ένας πολύ δραστήριος υδραυλικός, που θα έσβηνε από τον χάρτη έναν καρδιοχειρουργό, ο οποίος μετά από κάθε επέμβαση ανοικτής καρδιάς θα πήγαινε 10 μέρες διακοπές στην Hawaii να ξεκουράσει τα χεράκια του. Ή κάποιος που όταν μικρός η μαμά του δεν είχε ούτε γάλα να του δώσει γιατί ο μπαμπάς του δεν έβγαζε αρκετά, αλλά είχε μεγαλώσει κάνοντας 2 δουλειές σπουδάζοντας, που θα έκανε σκόνη έναν ντιντή από τα βορειονότια προάστια που θα είχε φτάσει τα 40 και θα έμενε ακόμη με την μανούλα, τρώγοντας τα λεφτά τού μπαμπάκα.

Μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας, το πρώτο και το τρίτο παρέμειναν, όχι μόνον ακλόνητα, αλλά ενισχύθηκαν, κι όλα. Έχω γνωρίσει άπειρους ανθρώπους που είναι μορφωμένοι, και είναι οι πιο άξεστοι, αγενείς, γλοιώδεις τύποι που μπορείς να φανταστείς. Όπως έχω γνωρίσει πάρα πολλούς άλλους, που είχαν χρήματα - έτοιμα - και τα έφαγαν όλα, και πάρα πολλούς, επίσης, που δεν είχαν μία και έχουν κάνει περιουσίες.

Αυτό που άλλαξε εντελώς, ήταν το μεσαίο.

Όταν γνωρίζουμε έναν άνθρωπο, ρωτάμε κάποια βασικά για να σχηματίσουμε μίαν εικόνα που την ζυγίζουμε ανάλογα με τα κριτήριά μας: ηλικία (αν έχουμε κάποιο όριο), περιοχή (εάν μας ενδιαφέρει αν ο γκόμενος είναι από την Εκάλη, για να μπορούμε να το πούμε στις φίλες μας), επάγγελμα (για να δούμε πόσα μπορεί να ξοδέψει για εμάς), ζώδιο (για να δούμε, εάν ποτέ πάμε σε αστρολόγο, εάν ταιριάζουμε). Κι ενώ για εμένα όλα αυτά είναι τυπικές πληροφορίες που, απλώς, ξεκινούν μία συζήτηση με έναν άγνωστο, το επάγγελμα μπορεί να με κάνει να σταματήσω κάθε είδους επαφή.

Υπάρχει, λοιπόν, μία λίστα από επαγγέλματα - που θα έκαναν πολλές γυναικούλες να κοιμούνται ήσυχες - που την ώρα που ξεστομίζει κάποιος κάποιο από αυτά, έχω εξαφανιστεί δια μαγείας. Ένα από αυτά, έχει να κάνει με τα οικονομικά. Δεν έχει σημασία εάν είναι ο λογιστάκος που δουλεύει στο υπόγειο μίας εταιρείας ή αν είναι ο οικονομολόγος CEO που διοικεί την δική του.
Ασχολείται με προσθαφαιρέσεις;
Λογιστής.
Τέλος.

Ειλικρινά, δεν ξέρω τι παίζει με τους λογιστές.
Και, ειλικρινά, ούτε που θα ήθελα να μάθω.
Και δεν έχει να κάνει μόνο με τους άνδρες.
Η μαλακία χτυπάει κόκκινο και στις γυναίκες.

Οι λογιστές είναι μία τραγική κατηγορία ανθρώπων, που το μόνο που αναρωτιέμαι, είναι αν ήταν έτσι σαν άνθρωποι και επέλεξαν αυτό το επάγγελμα ή αν το επάγγελμα τούς κάνει φυτά(;), ζώα(;), δεν ξέρω τι να πω. Με τους λογιστές πάντα φείδομαι χαρακτηρισμών.

Όταν άρχιζα να καταλαβαίνω ότι κάτι πάει στραβά με αυτό το είδος ανθρώπων, είχα ήδη πίσω μου αρκετές εμπειρίες. Η πρώτη ανάμνηση ήταν ο πατέρας ενός φίλου, που δεν αγόραζε ποτέ μπλοκάκια - για post it ούτε κουβέντα... - και έκοβε σε χαρτάκια από τους φάκελους και τα αποκόμματα των λογαριασμών, μέχρι τα περιτυλίγματα δώρων που έπιαναν μελάνι, για να κρατάει σημειώσεις. Και μία μέρα, πηγαίναμε με τον φίλο μου στο εξοχικό του, που τον είχε στείλει να μαζέψει λεμόνια από τον κήπο τους και να τους τα πάει. Κάποια στιγμή, βλέπω μία μηχανογραφική απόδειξη κοινοχρήστων - μα δεν μπορώ να το ξεχάσω... - πάνω στο ταμπλώ, και διαβάζω στο πίσω μέρος οδηγίες με απίστευτες, ανούσιες λεπτομέρειες για τι θα κάνει πως - μέχρι ποιο φως να ανάβει και ποιο να σβήνει... -, και στο τέλος: "Τα λεμόνια, με φειδώ".

Υπέθεσα ότι θα είχαν 1-2 δέντρα; Ότι ίσως θα έπρεπε να κόψει προσεκτικά τα λεμόνια, γιατί αν έκοβε τα άγουρα πιθανόν να έκανε κακό στο δέντρο και να μην καρποφορούσε την επόμενη χρονιά; Όταν φτάσαμε στο εξοχικό του, βράδυ, υπέθεσα ότι δεν είδα καλά. Μου φάνηκε ότι η αυλή ήταν γεμάτη λεμονόδεντρα... αλλά περίμενα να ξημερώσει.

Η αυλή ήταν γεμάτη λεμονόδεντρα.
Το πόσα λεμόνια είχαν επάνω, και πόσα άλλα σάπιζαν στο χώμα, δεν περιγράφεται. Είχα μείνει σοκαρισμένη. Δεν μπορούσα να καταλάβω τίποτα.
Τότε.

Μετά χρειάστηκα κι εγώ λογιστές.
Πρέπει να έχω αλλάξει 15-20;
Όλοι, σαν να τους έκανε η ίδια μάνα;
Όλοι, σαν να ήρθαν από ένα συγκεκριμένο μέρος;
Δεν ξέρω τι να πω.

Και δεν έχει να κάνει με τα φύλα.
Άνδρες/γυναίκες, το ένα και το αυτό.

Είναι τόσο αγχωτικά, κομπλεξικά, μίζερα ανθρωπάκια, που δεν υπάρχει χειρότερο επάγγελμα που να συγκεντρώνει τόση μαλακία. Μα την Παναγία. Πνίγονται σε μία κουταλιά νερό, έχουν ξεσπάσματα από το πουθενά, δεν μπορούν να βάλουν σε μία σειρά την ζωή τους, ζουν στον δικό τους κόσμο, δεν έχουν ιδέα τι θα πει κομψότητα, δεν έχουν αίσθηση τής ευγένειας, κατηγορούν διαρκώς τούς άλλους, και γκρίνια, γκρίνια, γκρίνια, μιζέρια, μιζέρια, μιζέρια.
Άνθρωποι που μαζί τους μόνον ασφυξία μπορείς να βιώσεις.

Είναι εκείνο το αγοράκι που καθόταν στο τελευταίο θρανίο, με κάτι πατομπούκαλα και κοντά παντελονάκια; Που συνέχεια έγραφε και έγραφε και έγραφε; Που δεν είχε κανέναν φίλο, γιατί ήταν το καρφί τής τάξης; Που δεν καταλάβαινε Χριστό από αστεία; Ή εκείνο το κοριτσάκι με τα γυαλάκια, που καθόταν στο πρώτο θρανίο, φορούσε πάντα μπαλαρίνες και φουστίτσες με απλικέ μαργαρίτες, και πεταγόταν να πει πρώτο μάθημα στριφογυρίζοντάς τες στο δάκτυλό του; Αυτό που ήθελες να το πλακώσεις στις φάπες, γιατί ποτέ δεν έπαρνε μέρος σε ό,τι κανόνιζε η τάξη;

Μεγαλώνοντας, το αγοράκι έγινε ένας κωλοσφίχτης, που προτιμά να είναι χαμένος στα βιβλία του με τους αριθμούς και τις πράξεις. Δεν έχει ιδέα τι είναι ζωή εκτός δουλειάς, και γίνεται εξαιρετικά γελοίος όταν βρεθεί σε μία κοινωνική συγκέντρωση. Πιθανόν να τρώει τα νύχια του μέχρι ρίζας, και από την ανασφάλειά του μπορεί να τα καταπίνει κι όλα ή να έχει τα Primperan για καραμέλες, γιατί το στομάχι του δένεται πάντα κόμπος για πλάκα ή να πέφτει ξερός και πανικόβλητος στο κρεβάτι μόλις αρχίσει να φτερνίζεται. Γι΄αυτόν υπάρχει μόνο ο μπαμπάκας και η μανούλα, και αν είναι παντρεμένος, η γυναίκα του είναι εικόνισμα - η γυναίκα του συνήθως είναι φυτό.

Μεγαλώνοντας, το κοριτσάκι κρεμιέται από την μανούλα, κυρίως - είναι το καμάρι της -, αν είναι παντρεμένο από τον σύζυγό της - ο σύζυγός της συνήθως είναι φυτό. Φίλες δεν έχει, μισεί όλες τις γυναίκες που βγαίνουν/διασκεδάζουν/φλερτάρουν, διότι εκείνη δεν ξέρει ούτε να ντυθεί, και πάντα - μα πάντα - θα κατηγορήσει όποια είναι έστω και ένα γραμμάριο ευειδής, κι αν έχει μία φίλη, αυτή θα είναι τα ίδια σκατά σαν εκείνη, και θα είναι κολλητές από το σχολείο. Ο πανικός την καταβάλλει με το παραμικρό, η γκρίνια της είναι ανυπόφορη, και περνά τον χρόνο της ή ξερνώντας ή χέζοντας σε μία τουαλέτα από το άγχος που της προκαλείται ακόμα και από ένα στυλό που σταμάτησε να γράφει.

Μπορεί να τους έχω ζήσει είτε κοινωνικά είτε επαγγελματικά, και να μην έχω μπει στις κρεβατοκάμαρές τους. Αμφιβάλλω, όμως, τόσο πολύ για το εάν έχουν ερωτική ζωή που, αν ήταν Προ-Πο, θα το έπαιζα standard. Οι άνδρες θα πρέπει να νομίζουν ότι το sex είναι μαγαζί τής παραλιακής και οι γυναίκες ότι ο οργασμός είναι βουνό της βορείου Ελλάδος. Είμαι τόσο σίγουρη.

Όταν γνώρισα τον Ψ, δεν είχα ακόμα σχηματίσει άποψη.
Κι εκείνο που με τράβηξε, δεν ήταν ότι ήταν λογιστής.

Ο Ψ ήταν μαζοχιστής.

15.8.11

For / From / By Me

Ήξερα από την αρχή ότι μπορεί να γράψω τα ίδια πράγματα σε διαφορετικά post, αρκετές φορές, λόγω άθλιας μνήμης. Ήξερα ότι αυτό δεν θα κούραζε, γιατί ποιος κάθεται τώρα να θυμάται τι έχω γράψει, πότε, που, πόσες φορές. Ήξερα πως πρέπει να γίνεται έτσι, ιδίως όταν το πήρα απόφαση ότι το blog θα έχει τον ατελείωτο, και ποιος κάθεται τώρα να το διαβάσει ολόκληρο - ούτε εγώ που είναι δικό μου δεν το κάνω... Και για να καταλάβει κανείς το μέγεθος τής αθλιότητας τής μνήμης μου, όταν μου λένε κάτι για κάποιο post, και πρέπει να το διαβάσω για να δω σε τι αναφέρονται, υπάρχουν πολλές φορές που σκέφτομαι: "Χμ... εσύ τα έγραψες αυτά;! Πότε; Ωραία τα λες...", και με χτυπώ στον ώμο επιβραβευτικά.

Αλλά μετά πάλι τα ξεχνάω...
Φρίκη;

Το θέμα είναι ότι και να τα ξεχνώ, όταν τα ξαναδιαβάζω καταλαβαίνω γιατί τα γράφω, τον τρόπο που τα γράφω, τι θέλω να πω.
Γιατί ξέρω ποια είμαι.
Για όλους εσάς που ακόμα δεν έχετε καταλάβει κάποια πολύ βασικά, που θα σας επιτρέψουν να καταλάβετε ακόμα περισσότερα στο μέλλον, και έχετε, μάλλον, μπερδευτεί ή κάτι δεν σας φαίνεται ξεκάθαρο ή σας φαίνεται περίπλοκο, θα αφιερώσουμε αυτό το post στο ξεκαθάρισμα.

Ας πούμε, λοιπόν, ότι αυτό το post είναι μία "γενική".
Και όταν κάνεις γενική, καλό είναι να παίρνεις και τις γωνίες...

Τι είναι οι γωνίες, τώρα.
Γωνίες είναι οι περιοχές εκείνες που προσδι/ορίζουν έναν χώρο.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση, τα όριά μου.
Τα πιστεύω μου.
Τους κανόνες μου.
Το σκεπτικό μου.

Γιατί δεν θεωρώ τον εαυτό μου "ξεχωριστό πρόσωπο", ως Αφέντρα, εφ' όσον έχω το "χάρισμα".
Διότι δεν είναι.
Και το "χάρισμα" το λέει από μόνο του.
Όταν κάποιος γεννιέται σε πλούσια οικογένεια και έχει από κούνια χρήματα στις πάνες, δεν τον θαυμάζουμε ποτέ για την ευμάρειά του. Θαυμάζουμε εκείνον που μόχθησε και απέκτησε περιουσία. Εκείνος είναι άξιος θαυμασμού.
Εγώ, απλώς, γεννήθηκα έτσι.
Δεν πάλεψα για να γίνω.
Ναι, έχω προσπαθήσει - κι ακόμα προσπαθώ - να γίνω όσο το δυνατόν καλύτερη σε ό,τι κρίνω εγώ ότι πρέπει - και είναι πάρα πολλά αυτά -, αλλά, από την μία, τα βασικά στοιχεία τού χαρακτήρα μου τα έχω από τα γεννοφάσκια μου και, από την άλλη, αυτό δεν κάνουν όλοι οι άνθρωποι;

Τώρα.
Εάν κάποιοι θαυμάζουν εκείνους που τα βρήκαν έτοιμα, μπορούν να θαυμάζουν κι εμένα.
Εγώ που δεν θα τους θαύμαζα, δεν μπορώ να με θαυμάζω.
Είμαι μία Κυριαρχική Γυναίκα.
Όχι ο Μίδας.

Έχω δημιουργήσει υπαρξιακά σε πολλούς ανθρώπους με τα σεξουαλικά τους.
Γιατί;
Αν κάτι δεν σας αρέσει, αλλάξτε το. Βάλετε κάτω τον εαυτό σας και αλλάξτε του τα φώτα. Εάν οι δικές μου οι απόψεις είναι "σωστές" ή "λογικές" για κάποιους, δεν βλέπω που είναι το πρόβλημα. Αντιθέτως, εγώ θα έκανα μεγάλες χαρές για τις ιδέες που θα έπαιρνα και για τα πράγματα που θα με έκανε κάποιος να τα δω αλλιώς. Η σεξουαλική μας ζωή, δεν είναι μόνο βιολογία, στατιστικές και διαγράμματα. Ο κάθε ένας είναι ξεχωριστός. Αδύναμος σε κάτι που δεν τον έλκει και τόσο, επιδεκτικός μαθήσεως σε κάτι άλλο, που του αρέσει περισσότερο.

Μην συγκρίνετε, μην εξισώνεστε.
Κοιτάξτε τον εαυτό σας και αφήστε τούς άλλους.
Ή κοιτάξτε εμένα... (να το πάρω επάνω μου θέλατε...).

Αν είμαι μισάνθρωπος.
Με μία λέξη;
Ναι.

Αλλά εδώ θα πρέπει να ορίσουμε το "άνθρωπος".
Για εμένα "άνθρωπος" είναι ό,τι λέει η λέξη.
Το 'χουμε;
Ξέρουμε την ετυμολογία;

Αν την ξέρουμε, τα πράγματα είναι εύκολα.
Για εμένα, λοιπόν, άνθρωπος δεν είναι όλα τα δίποδα.
Δεν μπορεί να είναι άνθρωπος εκείνος που σου λέει "καλημέρα", και άνθρωπος εκείνος που πριν προλάβει να ανοίξει το μάτι σου σού λέει "σήμερα θα βρέξει".
Δεν μπορεί να είναι άνθρωπος εκείνος που περιμένει να του πέσει το λαχείο, και άνθρωπος εκείνος που κάνει τρεις δουλειές.
Δεν μπορεί να είναι άνθρωπος εκείνος που μισεί τους ανθρώπους γιατί θεωρεί εαυτόν ανώτερο, και άνθρωπος εκείνος που τους αγαπάει και προσφέρει με τον τρόπο που μπορεί.

Γι' αυτό, κατ΄εμέ, υπάρχουν άνθρωποι και ανθρωπάκια.

Πάει κι αυτό.

Κατά τον ίδιο τρόπο - απαντώντας στην αμέσως πιο δημοφιλή ερώτηση που έχει να κάνει με τα φύλα -, κάποια που έχει μουνί δεν είναι γυναίκα και κάποιος που έχει πουλί δεν είναι άνδρας.
Για εμένα.

Για εμένα, λοιπόν, κάποια που είναι γυναίκα, δεν μπορεί να μην έχει τον έλεγχο και να ορίζεται από άλλους. Κάποια που είναι γυναίκα, δεν μπορεί να βλέπει τις άλλες γυναίκες ανταγωνιστικά. Κάποια που είναι γυναίκα, δεν ασχολείται μόνο με το μουνί της.

Για εμένα, επίσης, κάποιος που είναι άνδρας, δεν μπερδεύει αλογομούρικα πορνίδια που λένε τον καιρό με τις γυναίκες. Κάποιος που είναι άνδρας, δεν κάνει ένα βήμα μπροστά και 10 πίσω. Κάποιος που είναι άνδρας, δεν ασχολείται μόνο με το πουλί του.

Ανακεφαλαιώνοντας.
Οι γυναικούλες, τα αντράκια, είναι τα ανθρωπάκια που αποτελούν την σύνθεση τής μάζας. Και η μάζα πιστεύει ότι μας κυβερνούν οι λίγοι. Γιατί αυτό την βολεύει, αυτό την βοηθά να αποτάσσει την ευθύνη της. Στην πραγματικότητα, κυβερνούν οι πολλοί. Όλα αυτά τα ανθρωπάκια που ανέχονται/συναινούν/αποδέχονται παθητικά το κάθε τι που τους πλασάρεται. Και αναρωτιούνται, κι από πάνω, γιατί ο κόσμος είναι έτσι. Αν αντιστρέφονταν τα πράγματα, και κυριαρχούσαν οι άνθρωποι, εκείνοι που κοιτούν ψηλά - και όχι κατεβάζω το κεφάλι ή στήνω κώλο στον κάθε έναν - θα ήταν όλα διαφορετικά.

Και το BDSM δεν θα θεωρούνταν "βρώμικο".
Γιατί δεν είναι.

Μπορεί να ρίχνω κι άλλο νερό στον μύλο τής σχιζοφρένειάς σας, αλλά το BDSM είναι η πιο ξεκάθαρη υποκουλτούρα που υπάρχει. Κι αν αυτή αμαυρώνεται, και σας συγχύζει, είναι γιατί ψάχνετε στο internet.
Μόνο.
Και μετά έρχεστε και ρωτάτε εμένα.

Παίρνετε ως δεδομένο τις εικόνες, τα κείμενα, ανθρώπων που εμπορεύονται.
Ή τα ανθρωπάκια που νομίζουν ότι είναι κάτι που παίζει μόνο στην φαντασία τους.
Και τους βοηθά να χύσει.
Τι να κάνουμε τώρα;

Και το δείγμα σας είναι μόνον αυτός ο χώρος-πλαίσιο.
Πόσες φορές το έχω γράψει;
Πότε θα σταματήσετε να μιλάτε για πόρνες και αυνάνες;

Να τα ξαναπούμε;
Ας τα ξαναπούμε.

Το internet είναι η πέτρα κάτω από την οποία κρύβονται οι τεμπέληδες όλου τού κόσμου που προσπαθούν να σε πείσουν ότι είναι σκλάβοι, και είναι φίδια. Και μάλιστα κωλοβά - άσε το blanco κάτω, παλληκάρι, ξέρω τι γράφω. Από τις πόρνες, καμμία δεν το παίζει "αληθινή". Σου λέει την τιμή της, και είναι θέμα συμφωνίας. Υπάρχουν, όμως, άπειροι παθητικοί που το παίζουν σκλάβοι - ενώ στην πραγματικότητα είναι αμφίβολο αν παίζουν και το πουλί τους. Κι αυτό είναι θέμα απάτης.

Και είναι όλα αυτά το BDSM;
Για εσάς, μπορεί.
Για εμένα, όχι.

Εάν σας μπερδεύουν τόσο πολύ όλοι οι άλλοι - που είναι αναρίθμητοι -, ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί διαβάζετε εμένα.
Εγώ είμαι μία μονάδα.
Δεν μπορώ να σας κάνω τίποτα.
Και δεν μπορώ να γράφω τα ίδια και τα ίδια...

Και δεν είναι ότι "με κουράζετε".
Όχι.
Απλά, δεν έχει νόημα.

Εάν για κάποιους το BDSM είναι μπουντρούμια/υπόγεια/μούχλα/ποντίκια/κατσαρίδες/μπόχα και δυσοδία, για εμένα είναι ένα ρετιρέ λουσμένο στον ήλιο, που μέσα, το υπνοδωμάτιό του είναι πεντακάθαρο και κυριαρχεί η μυρωδιά από Lilium Oriental - λευκά, κατά προτίμησην...
Εάν για κάποιους το BDSM είναι απωθημένα/μίσος/ξέσπασμα/απάθεια/ανισορροπία/ξεφτίλα, για εμένα είναι ένστικτο, πάθος, απελευθέρωση, ισορροπία, εκτίμηση.
Εάν για κάποιους το BDSM είναι κατακερματισμένα ανθρωπάκια που δεν ξέρουν τι είναι/λένε/κάνουν/πιστεύουν/νομίζουν, εγώ ξέρω.

Αλλά δεν μπορώ να εξηγώ στον οποιονδήποτε.
Και αυτό που, ουσιαστικά, ζητάτε από εμένα, δεν μπορώ να σας το δώσω.
Μπορεί ο απέναντί μου να βγάλει το βρώμικο βρακί του από την ανάποδη στο μπαλκόνι και να το κάνει σημαία, αλλά εγώ δεν θα το σχολιάσω στην γειτονιά.
Θα το συζητήσω με τους δικούς μου ανθρώπους, που τους ξέρω και με ξέρουν, και ό,τι κι αν πούμε θα μείνει μεταξύ μας.
Δεν θα δημοσιευτεί σε ένα blog.

Οι απόψεις μου, ναι.
Η κριτική μου, όχι.

Δεν σας βοηθώ.
Το καταλαβαίνω.
Αλλά μέχρι εκεί μπορώ.
Το blog αυτό έχει ανοίξει πόρτες και παράθυρα για ένα σωρό άλλα πράγματα από αυτά που είχα αρχικά μέσα στο μυαλό μου να γράψω.
Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο.

Τι είναι το BDSM.
Το BDSM είναι μία αφηρημένη έννοια.
Όπως η ζωή.
Τι είναι "ζωή";
Για κάποιον ζωή είναι να αράζει στις πλατείες όλη μέρα, με τους φραπέδες και τα τσιγάρα του, και να περιμένει πότε θα νυχτώσει για να αλλάξει μαγαζί.
Για κάποιον άλλον ζωή είναι να καταστρώνει σχέδια για το πως θα υπερβεί τον εαυτό του, τις δυνάμεις του, πως θα πετύχει όσα περισσότερα μπορεί.

Αυτό είναι και το BDSM.
Εντάξει;

Και για να κλείσουμε εύθυμα.

Πέρυσι το καλοκαίρι, με ρωτούσαν πάρα πολλοί τι μουσική ακούω το καλοκαίρι, για να φτιάξουν ένα "BB CD" για να με "ακούν στις διακοπές τους".
Για κάποιον λόγο, πιστεύω ότι και φέτος τα ίδια θα με ρωτάτε στα mail που έχετε στείλει, και δεν διαννοούμαι να μπω ακόμα, πριν τελειώσω τα προηγούμενα που είχα βάλει σε τάξη.
Δυστυχώς, για εμένα η μουσική δεν χωρίζεται σε εποχές.
Αλλά σε στιγμές.

Και μπορεί το καλοκαίρι να φεύγει, αλλά από πέρυσι είχα κρατήσει αυτή την λίστα.
Είναι μικρή, αλλά αυτά τα τραγούδια που μου αρέσουν μου θυμίζουν καλοκαίρι, αυτοκίνητο σε επαρχιακό δρόμο, ανοιχτά παράθυρα, σούρουπο, ελαφριά φορέματα - παρεό, ίσως -, δέρμα με την αρμύρα τής θάλασσας ακόμη επάνω του, κοραλλί κραγιόν ή άχρωμο gloss, και λυμμένα μαλλιά να τα μπερδεύει ο αέρας, περισσότερο από ό,τι κατάφεραν τα κύματα.

Η σειρά είναι άσχετη.
1. Don't Wanna Be Alone - Tricia Penrose
2. Nanana - Undercover
3. Naked - D.J. Raw
4. Io E Te - Fabio Volo

Έχετε, τουλάχιστον, 15 ημέρες ακόμα.
Προλαβαίνετε.

7.8.11

Barking Up The Wrong Tree

Η διαστροφή μου όσων αφορά το BDSM, δεν είναι τίποτα μπροστά σε κάποιες άλλες.
Μία εξ αυτών, είναι και η αντίδρασή μου στα συμπεράσματα που βγάζουν οι άλλοι για εμένα.
Δηλαδή.

Εάν κάποιος θέλει να μάθει κάτι για εσένα - γιατί μόλις σε γνώρισε / δεν έχει καταλάβει / έχει απορίες / οτιδήποτε -, σε ρωτάει.
Εάν κάποιος θέλει να πιστεύει κάτι για εσένα, δεν μπαίνει σε κόπους.
Γίνεται κριτής.
Του αρέσει.
Νοιώθει ασφαλής με τα αυθαίρετα συμπεράσματά του και τα υποστηρίζει γιατί έτσι γουστάρει.
Και καλά κάνει.

Εγώ - το πάνθεον τής διαστροφής, λοιπόν -, γουστάρω περισσότερο.
Δηλαδή.
Εάν δεν μπεις στον κόπο να ρωτήσεις για κάτι για το οποίο δεν είσαι σίγουρος / δεν μπορείς να το γνωρίζεις / δεν σου το έχω διευκρινίσει, και το οποίο αφορά εμένα - που, όσο να πεις, με ξέρω καλύτερα -, συμφωνώ μαζί σου.
(Δεν είναι πολύ ωραία διαστροφή;)

Γιατί να σου χαλάσω το χατήρι;
Γιατί να σε κάνω να αισθανθείς ανασφαλής;
Αφού μπορώ να σε κάνω να αισθανθείς άρχοντας, βρε κουτό...

Σχετικά με εμένα, λοιπόν, ό,τι γουστάρεις λες.
Κι εγώ, όχι απέναντι.
Μαζί σου.
Κι αν έχω και τα κέφια μου;
Ω, θα σου το χοντρύνω τόσο πολύ, που δεν θα ξέρεις πως θα σε κουβαριάσω.
(Τα δεσμά είναι το πρεστίζ τού μαγαζιού, μανδάμ...)

Αντί, λοιπόν, να φυσήξω προς την θολούρα σου, ανάβω και 10 τσιγάρα μαζί.
Γουστάρω ντουμάνι.
Αν έχω, όμως, κέφια.
Αν όχι, δεν παίρνεις ούτε σχόλιο.

Μπορείς να λες ό,τι θέλεις - μα ό,τι θέλεις, λέμε... - αλλά δεν θα ακούσεις τον ήχο τής φωνής μου. Εσύ μπορείς να με κρίνεις - και έχεις όλο το δικαίωμα - αλλά κι εγώ έχω το δικαίωμα να μην σε αποτρέψω.
(Μιλάμε, για πολύ γαμάτη διαστροφή...)

Το ίδιο κάνω και με τα mail.
Όταν διαβάζω κάτι που είναι, μάλλον, για κάποιον άλλον και όχι για εμένα - είτε θετικό είτε αρνητικό -, πατώ το delete και η ιστορία τελειώνει εκεί. Εάν έχω κέφια, το σώζω εκεί που φυλάω τα μαργαριτάρια, για να γίνουν μία μέρα όλα μαζί ένα ωραιότατο κολιέ/post - μία άλλη ημέρα που θα έχω πάλι κέφια.

Αλλά, όπως έχουμε ξαναπεί σε προηγούμενο μάθημα, ο κάθε κανόνας έχει και τις εξαιρέσεις του. Και τι έχουμε πει ότι κάνουν οι εξαιρέσεις, παιδιά μου; Επιβεβαιώνουν τον κανόνααα.
Μπράβο!
Άριστα, 10.

Και τα αστεία τελειώνουν εδώ.

Όταν κάποιος σε κρίνει, κοπελιά, οφείλει, πρωτίστως, να σε ξέρει.
Κι εσύ δεν με ξέρεις, κοπελιά.
Δεν ξέρω που διάβασες ότι εγώ μισώ τις γυναίκες και επιβραβεύω τούς άνδρες.
(Συνήθως κατηγορούμαι για το αντίστροφο, ξέρεις.)
Είσαι σίγουρη ότι διαβάζεις το δικό μου blog;

Το να λες κάτι, και μετά να κάνεις κάτι άλλο, δεν είναι κατακριτέο. Μπορεί τώρα να λες ότι θέλεις να πας σινεμά, και όταν έρχεται η ώρα να μην πηγαίνεις. Αν, όμως, λες κάτι και αργότερα λες κάτι άλλο, το οποίο αναιρεί κατάφωρα το λεχθέν, κάτι άλλο παίζει να συμβαίνει. Γιατί όταν σου λέω θέλω να πάω σινεμά στις 5 το απόγευμα, και στις 9 το βράδυ σου λέω ότι δεν μου αρέσει το σινεμά ή - ακόμη χειρότερα - δεν είπα εγώ ότι θέλω να πάω σινεμά, κάτι άλλο παίζει να συμβαίνει. Και πρέπει να λάβεις μέτρα.

Κι εσύ τα πήρες, αλλά μάλλον δεν με μέτρησες καλά, κοπελιά.
Κι αν σου απαντώ δημοσίως, είναι διότι πίσω από την οργή σου προς το πρόσωπό μου, τις αβάσιμες κατηγορίες σου, υπάρχει πόνος. Και, δυστυχώς ή ευτυχώς, μπορώ να αναγνωρίσω από τα γραπτά σου ότι δεν εννοείς τίποτα από όλα αυτά.

Και δεν θα έπρεπε.

Όταν απαντάς σε κάποιον που βγάζει συμπεράσματα για εσένα - και όταν αυτά είναι υπέρ το δέον αρνητικά, εν προκειμένω -, βάζεις εκείνον στην έδρα τού κριτή κι εσένα στην θέση τού κατηγορούμενου. Κι αν εγώ πρέπει να κατηγορηθώ για κάτι, αυτό είναι οι απόψεις μου. Αλλά για τις δικές μου απόψεις. Όχι για τις δικές σου.

Πέρασες κάτι που πολλές γυναίκες έχουν περάσει.
Βίωσες έναν θάνατο.
Τον οποίο θάνατο τον επέλεξες εσύ.
Κι αυτό, κοπελιά, δεν αντέχεται.
Το έχω ζήσει πολλές φορές.
Και το καταλαβαίνω.
Γι΄ αυτό και η απάντηση στο mail σου γίνεται post.

Η χειρότερη φορά που το έχω ζήσει ήταν η πρώτη.
Όχι επειδή δεν είχα ζήσει την εμπειρία ξανά.

Με την κοπέλα είμαστε φίλες από παιδιά.
Σκληροί χαρακτήρες και οι δύο, λέγαμε τα πράγματα διαφορετικά από ό,τι οι άλλες κοπέλες στην ηλικία μας. Είχαμε πολλά κοινά, ένα εξ αυτών και το ότι εκτιμούσαμε ότι δεν έχουμε μητρικό ένστικτο. Καμμία μας δεν έτρεχε να πιάσει τα μάγουλα ενός μωρού, όταν η μητέρα του θα περνούσε δίπλα μας με το καρότσι. Ποτέ δεν κάναμε σαν τρελές όταν βλέπαμε παιδιά. Λέγαμε ότι δεν θέλουμε ούτε να παντρευτούμε, ούτε να αποκτήσουμε παιδιά, και, φυσικά, δεν μας πίστευε κανείς. Αλλά εμείς ήμασταν ok με αυτό.

Αυτό που μας άρεσε πολύ, ήταν το τσιγάρο - μιλάμε για χαρμάνια, όχι αστεία. Θεωρούσαμε πάντα το τσιγάρο ως μία από τις μεγαλύτερες απολαύσεις και του δίναμε και καταλάβαινε όποτε βρισκόμασταν. Μία μέρα, η φίλη μου δεν κάπνισε. Όταν πήγα να ανάψω εγώ το δικό μου, σηκώθηκε και πήγε 2 καρέκλες πιο πέρα. Η υπόθεση να είναι έγκυος πέρασε αστραπιαία από το μυαλό μου, αλλά ως ανέκδοτο: η φίλη μου ήταν πολύ συνεπής και πολύ προσεκτική, το ίδιο και ο καλός της. Όταν, όμως, ξεκίνησε, όχι να μην θέλει να το μυρίσει, αλλά ούτε καν να το δει, τότε όλες σιγουρευτήκαμε ότι αυτό ήταν.

Μία μέρα τής ζήτησα να μην πάει στην δουλειά. Παραξενεύτηκε αλλά το έκανε. Μόλις μπήκα στο σπίτι της, της έδωσα ένα test εγκυμοσύνης στο χέρι, χωρίς κουβέντα. Με κοίταξε με ορθάνοιχτα μάτια για μία στιγμή και μετά μπήκε στο μπάνιο, αμίλητη. Το test ήταν θετικό. Μέσα στην παραζάλη, πήρε τον γυναικολόγο της, του ζήτησε να τον δει άμεσα, πήραμε ένα ταξί και πήγαμε στο νοσοκομείο, όπου και κανονίσαμε τα της επέμβασης. Όλες αυτές τις ώρες δεν μιλιόμασταν. Ούτε με κοιτούσε. Η φίλη μου. Η "δεν-καταλαβαίνω -τον-κώλο-μου,-λέμε" φίλη μου.

Καταλάβαινα ότι το σκεφτόταν να το πει στον καλό της, από το κινητό που έπαιζε συνέχεια στα χέρια της. Άναβε και έσβηνε η οθόνη, μετά πάλι χαμένο βλέμμα. Σκατά. Του έστειλε μήνυμα. Της είπα να είναι προετοιμασμένη εάν ο καλός της την έκανε με ελαφρά - κατά την προσφιλή συνήθεια των Ελλήνων "ανδρών" - και να μην της φανεί περίεργο. Ο καλός τής φίλης μου, όμως, δεν τα φορούσε μόνο, τα γαμημένα. Τα τιμούσε, κι όλα. Παράτησε την δουλειά του και πήρε κι αυτός ταξί - γιατί δεν μπορούσε κι αυτός να οδηγήσει από την ταραχή - και ήρθε στο σπίτι της. Έπεσε στα γόνατα μπροστά της, την έπιασε από τους ώμους και της είπε ακριβώς τα εξής: "Μην πανικοβάλλεσαι. Αν θέλεις να το ρίξεις, θα είμαι μαζί σου. Αν θέλεις να το κρατήσουμε, παντρευόμαστε αύριο με πολιτικό, κι ας χωρίσουμε σε έναν χρόνο. Εσύ ό,τι θέλεις".

Η φίλη μου με επιφανειακή ηρεμία - κανείς δεν τα αντιλαμβάνεται αυτά καλύτερα από εμένα... -, του είπε με πάρα πολύ φυσικότητα, ότι δεν χρειάζεται να ανησυχεί, ότι "το θέμα έχει τακτοποιηθεί", ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας, ότι το "είχαμε συζητήσει αυτό το ενδεχόμενο και είχαμε συμφωνήσει", και άλλες θεωρίες που λέμε όλες όσες ανήκουμε στην κατηγορία.

Με μία Τεράστια διαφορά.
Όταν τα λέμε, τα πιστεύουμε.
Αλλά δεν είμαστε έγκυες...
Δεν έχουμε μέσα μας μία ζωή. Που όσο μικρή κι αν είναι, η αφαίρεσή της πονάει για πάντα, όση νάρκωση και να σου δώσουν, όσο ρουτίνα κι αν είναι, πλέον, αυτές οι επεμβάσεις, όσο συχνά κι αν εφαρμόζονται.

Ο καλός της - παρ' όλο που όντως το είχαν συζητήσει, όπως τα περισσότερα ζευγάρια και όντως είχαν συμφωνήσει - ήταν τρελαμένος. Προσπαθούσε να μην το δείχνει, λέγοντας: "Εμ... φυσικά... φυσικά... τα είχαμε πει... εμ... ναι... αυτό είναι το σωστό... δεν λέω... ναι...", μαλακίες δηλαδή για να γεμίζει η σιωπή. Αλλά ήμουν κι εγώ εκεί. Και εγώ, ενώ λατρεύω το σινεμά, μισώ το θέατρο. Μα την Παναγία, όταν βλέπω ανθρώπους να υποκρίνονται μπροστά στα μάτια μου, θέλω να τους πλακώσω στο ξύλο. Μα την Παναγία.

Αλλά κρατήθηκα.
Για το καλό όλων. Ο καλός της έφυγε, εγώ μετακόμισα σπίτι της μέχρι να έρθει η μέρα - με την δικαιολογία στους δικούς της ότι περνούσα ερωτική απογοήτευση και έψαχνα ώμους να κλαίω -, τα τηλεφωνήματα μεταξύ τους ήταν σαν να προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν άνθρωποι από άλλον πλανήτη ή κάτι τέτοιο, κι έτσι πέρασαν 5 ημέρες. Και 4 Απαίσια βράδια. Η φίλη μου δεν μιλούσε για το θέμα. Μιλούσε με τον καλό της σαν να έδινε οδηγίες σε έναν αρχιτέκτονα για το πως θα ήθελε να διακοσμήσει ένα σπίτι που θα ήθελε να πουλήσει. Ούτε καν το δικό της.

Και η ημέρα ήρθε.
Του είχε πει - τόσο απλά, τόσο λογικά - ότι δεν χρειαζόταν να έρθει κι εκείνος, εμείς φτάναμε. Να, μία τυπική διαδικασία είναι, θα τελειώσει, θα πάρουμε ένα ταξί, θα πάμε σπίτι. Αυτά. Σε μία τόσο ευαίσθητη κατάσταση, και να ήθελε να πει κάτι διαφορετικό, δεν τον έπαιρνε. Οπότε τον έπαιρνα εγώ. Να τα πει τουλάχιστον σε κάποιον, γιατί κανείς άλλος δεν ήξερε. Και ο καλός της προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να είναι συγκρατημένος, να μην δειχθεί. Το προηγούμενο βράδυ, όμως, εγώ ήμουν κάτω από το σπίτι του. Του ζήτησα να πάρει τα κλειδιά να με πάει μία βόλτα. Κι αφού τον οδήγησα σε ένα ερημικό μέρος, του είπα κοιτάζοντας μπροστά το σκοτάδι, πριν ακόμα πάρει το χέρι του από το χειρόφρενο: "Κλάψε, Ν. Κλάψε τώρα. Αύριο, για κάποιο χρονικό διάστημα, θα πρέπει να είσαι ήρεμος. Μην με κοιτάς. Κλάψε. Τώρα".

Και ο Ν έκλαιγε στην αγκαλιά μου, δεν ξέρω για πόση ώρα. Αλλά για όση ώρα, έλεγε: "Δεν ξέρω αν κάνουμε το σωστό... ένα παιδάκι είναι... ψυχούλα έχει... δικό μας είναι... γιατί να το ρίξουμε... άλλα ζευγάρια δεν μπορούν να κάνουν παιδιά... και εμείς αύριο θα το σκοτώσουμε... αφού την αγαπάω... να παντρευτούμε... που είναι το κακό;... δεν είμαστε πιτσιρίκια... έτυχε σε εμάς... για να τύχει με αυτόν τον τρόπο, κάτι σημαίνει...". Και εκεί ήταν που βρήκε το δικό μου ευαίσθητο σημείο. Γιατί η σύλληψη ανήκε στα γνωστά "ατυχήματα" και δεν είχε να κάνει σε καμμία περίπτωση με "αμέλεια". Και για εμένα αυτό, όντως, σήμαινε κάτι. Αλλά η απόφαση ήταν άλλου. Όχι δική μου.

Δική μου ήταν μόνο η ταραχή.
Η θλίψη που εισέπραττα και από τους δύο.
Για ένα θέμα που ήμασταν όλοι τόσο cool όταν το συζητούσαμε, πριν.
Πριν.

Γιατί μετά όλα άλλαξαν.

Την φίλη μου ήρθαν να την πάρουν 2 νοσοκόμες για να την "ετοιμάσουν".
Εγώ, που το χειρότερο που μπορείς να μου κάνεις είναι να με βάλεις μέσα σε νοσοκομείο - το χειρότερο - κι ας είμαι μια χαρά, θα αρρωστήσω. Όχι όπως το λένε οι άλλοι γενικά. Αληθινά αρρωσταίνω. Και παρ' όλο που εκεί που πήγαμε ήταν, υποτίθεται, νοσοκομείο τής χαράς (...), και έβλεπα τις μαλακίες με τα μπαλόνια και τις γλάστρες να περνούν από δίπλα μας, και ήθελα να ξεράσω με την μαλακία τού ανθρώπινου γένους που το δέρνει και το μισό το κάνει να τρέχει με τις κάμερες και τις φωτογραφικές, ενώ το άλλο μισό ουρλιάζει για να το ακούσει κι αυτός που δουλεύει στο gift shop "μα δεν της/του μοιάζει;!", "δεν ήταν το πιο ωραίο μωρό τού ορόφου;!", και δεν υπάρχει ένας άνθρωπος - ένας, λέμε - να τους αρχίσει στα χαστούκια να το βουλώσουν το ρημάδι τους!

Γιατί στους κάτω ορόφους, κάποιοι κλαίνε...
Όχι η μάζα που δεν ξέρει τι είναι προφυλακτικά, γονόρροια, ηπατίτιδα, κονδυλώματα, μία ζωή που δεν σου φταίει, γαμιόλα/ξεκωλιάρα/πουτανογκόμενα, που δεν ξέρεις ποιος σου έχυσε την μήτρα.
Αλλά γυναίκες που πρέπει να πάρουν μίαν απόφαση, για να βγουν από ένα Τεράστιο ηθικό αδιέξοδο, να πάρουν μίαν απόφαση για ένα ερώτημα που δεν είχαν θέσει ποτέ ούτε στον εαυτό τους ούτε στον σύντροφό τους.

Εκείνη την ημέρα, πήρα όρκο, πως εάν ποτέ βρεθεί κάποιος να μου αλλάξει την γνώμη και με γονιμοποιήσει, όταν θα γεννήσω, δεν θα το μάθει κανείς. Μόνον εκείνος που συνετέλεσε στο γεγονός. Κανείς άλλος. Και κανένας δεν θα έρθει με καμμία γλάστρα, κανένα φυτό, κανένα μπαλόνι, γιατί όσο κι αν έχω πονέσει, όσο κι αν έχω ταλαιπωρηθεί, θα του φέρω την γλάστρα στο κεφάλι, θα του χώσω το φυτό στο στόμα, και θα τον πνίξω με τον σπάγκο του μπαλονιού. Μα την Παναγία. Θα μπω με έναν άνδρα και θα βγω με τον ίδιο. Αυτό ορκίστηκα βλέποντας γύρω μου.

Δεν θέλω να περιγράψω τα πρόσωπα των γυναικών που ανέβαιναν...
Και τι να θέλω; Μπορώ; Υπάρχουν λόγια;
Όσες φορές έχω συνοδεύσει γνωστές ή άγνωστες για τον ίδιο λόγο, δεν μπορώ να μην ξεχωρίσω εκείνες - κάτι πιτσιρίκες, κυρίως των (wannabe) "βορείων" - που βγαίνουν σαν να μην έγινε τίποτα - και είμαι βέβαιη ότι κάθε μήνα είναι εκεί - κι εκείνες που δεν το ήθελαν πραγματικά. Γιατί αυτό μπορεί να σου συμβεί σε ανύποπτο χρόνο και, φυσικά, σε οποιαδήποτε ηλικία. Και είναι το ίδιο οδυνηρό. Και αξεπέραστο για κάθε γυναίκα.

Όταν το μήνυμα "έρχομαι" ήρθε στο κινητό μου, ήμουν προετοιμασμένη.
Ο Ν δεν ήταν χαμαντράκι. Ήταν άνδρας. Ένας συντετριμμένος άνδρας. Ήθελε να πάει στο κυλικείο να καπνίσει, αλλά δεν μπορούσε να φύγει πίσω από την πόρτα που χώριζε την αναμονή από τους θαλάμους. Και το μόνο που δεν έκανε ήταν να τραβάει τα μαλλιά του. Και το μόνο που του είπα ήταν: "Θα ακουστεί άσχημο και σκληρό, αλλά μακάρι να μπορούσα να δείξω αυτήν την εικόνα σου στην Σ, όταν θα περάσει όλο αυτό και θα ηρεμήσει. Θα της καταλάγιαζε τον πόνο...". Τίποτε άλλο δεν του είπα όση ώρα περιμέναμε.

Όταν βγήκε η Σ ήταν σαν ζωντανή-νεκρή.
Παραπατώντας, μας κοίταξε χαμένη, ο Ν την έπιασε από το ένα χέρι και εγώ από το άλλο, και αμίλητοι μπήκαμε στο αυτοκίνητό του. Την πήγαμε σπίτι του - για να είμαστε μόνοι -, και θυμάμαι ότι την αφήσαμε λίγο να ξαπλώσει στο κρεβάτι του, και μετά της δίναμε γιαούρτι με το κουταλάκι. Η έκτρωση έγινε Παρασκευή. Το Σαββατοκύριακο, υποτίθεται για τους άλλους, ότι θα έφευγαν. Αλλά έμειναν εκεί.

Δεν ξέρω τι είπαν.
Δεν το συζητήσαμε ποτέ.
Ο Ν και η Σ μετά από 2-3 χρόνια παντρεύτηκαν.
Έχουν μία ζωή πολύ όμορφη, έχουν κάνει του κόσμου τα ταξίδια, έχουν καλές δουλειές, είναι προσγειωμένα άτομα, δεν τους λείπει τίποτα, είναι καλά μαζί, ευτυχισμένοι. Παιδιά δεν έχουν ακόμα αλλά το συζητούν, πλέον, γιατί η φίλη μου άλλαξε γνώμη και ο Ν θα ήθελε να αποκτήσουν.

Κι όμως.
Η φίλη μου έχει κρατήσει το test εγκυμοσύνης...

Και από τότε, την ημέρα που έκανε την έκτρωση, δεν υπάρχει χρονιά που δεν συναντιόμαστε - ό,τι κι αν γίνει, όπου κι αν είμαστε - και πάντα λέει: "Το παιδί μου θα ήταν σήμερα 2/5/8/ χρονών...". Κι εγώ ξαναβλέπω την Σ, που μόλις έχει βγει από το χειρουργείο, αφήνοντας πίσω εκείνο που μεγάλωνε μέσα της. Μπορεί να μην παραπατάει, μπορεί να μην μοιάζει σαν χαμένη, αλλά μέσα της θρηνεί. Και δεν θα πάψει, όσα παιδιά κι αν κάνει. Ακόμα κι αν είναι με τον ίδιο άνδρα.

Λοιπόν, κοπελιά.
Λυπάμαι που έχεις την εντύπωση ότι είμαι μία "άκαρδη" γκόμενα που πουλάει μούρη στο internet, διατυμπανίζοντας "πόσο καλά χειρίζεται τους άνδρες" και αναρωτιέσαι "αν καταλαβαίνει τις άλλες γυναίκες" που δεν είναι "τόσο δυναμικές" όσο εκείνη. Λυπάμαι, κοπελιά, αλλά, χωρίς να ψάξω, είμαι σίγουρη ότι εγώ ούτε έγραψα ούτε υπεννόησα κάτι ανάλογο από όλα αυτά που μου προσάπτεις.

Σου απαντώ, όμως, γιατί με ρωτάς...
Παρ' όλον τον θυμό και την οργή σου, έψαξες να βρεις τις απαντήσεις σε εμένα.
Τον λόγο δεν μου είπες.
Στην θέση σου, θα με έβριζα και θα με έγραφα στο μουνί μου.
Εσύ γιατί δεν το έκανες;

Λοιπόν, κοπελιά, για να τελειώνουμε.
Αυτές είναι οι απαντήσεις μου.

Αυτό που περνάς τώρα, δεν θα το ξεπεράσεις ποτέ.
Ακόμα κι αν όντως δεν ήθελες να κρατήσεις το παιδί.
Μην περιμένεις κανέναν να σου πει παπαριές και δικαιολογίες.
Έκανες μία πολύ έξυπνη κίνηση: δεν μίλησες σε κανέναν.

Ρωτάς τι θα έκανα εγώ.
Το ίδιο ακριβώς.
Αλλά δεν θα έστελνα ένα τέτοιο mail σε μία γυναίκα σαν εμένα.
Θα είχα περισσότερο σεβασμό σε έναν άνθρωπο που έχει ξοδέψει απίστευτο χρόνο για να ασχολείται με τις σχέσεις των φύλων, και ξοδεύει ακόμα γράφοντας γι' αυτές.

Λοιπόν, κοπελιά, ναι, δεν θα έλεγα σε κανέναν τίποτε.
Το ότι το είπες σε εκείνον κι εκείνος εξαφανίστηκε, δεν με εντυπωσιάζει.
Και στην ηλικία που είσαι, δεν θα έπρεπε να εντυπωσιάζει ούτε εσένα.
Όφειλες να γνωρίζεις ότι τα λαμόγια είναι παντού.
Δεν ξέρω αν σε σοκάρω, αλλά ακόμα και όταν κάνουν/λένε/τάζουν τα πάντα προκειμένου να σε πηδήξουν, την επόμενη μέρα έχουν κλειστά και τα κινητά.
Και δεν ξέρω αν διαβάζεις κανένα βιβλίο/βλέπεις τηλεόραση/έχεις φίλες, αλλά είναι γνωστό τοις πάσι ότι έτσι είναι ένα πολύ μεγάλο μερίδιο Ελλήνων.
Εσύ, πριν μείνεις έγκυος, που ζούσες;

Δεν σε κατηγορώ ότι δεν μπορούσες να το γνωρίζεις.
Καμμιά φορά, όλα πηγαίνουν καλά με τα λαμόγια.
Πως καταλαβαίνεις ότι τα λαμόγια είναι λαμόγια;
Όταν πρέπει να πάρουν αποφάσεις.
Δυστυχώς, σε εσένα κλήρωσε εγκυμοσύνη.
Και, φαντάσου, ότι εσύ δεν ήθελες καν να το κρατήσεις.
Που αυτό σημαίνει ότι μπορεί να έχει ανοίξει ένα λαγούμι και να έχει χωθεί.
Εάν του έλεγες "το θέλω, το κρατώ", μπορεί και να άλλαζε χώρα.

Γι' αυτό πρέπει να είσαι καλά.
Άκουσέ με.
Όσο πιο γρήγορα αναγνωρίσεις το λαμόγιο, τόσο πιο εύκολη θα κάνεις την ζωή σου.
Φαντάσου το χειρότερο - διότι όταν θα βγεις από αυτήν την κατάσταση, γιατί θα βγεις, να είσαι σίγουρη, θα βγεις και πιο δυνατή από ό,τι ήσουν, θυμήσου το...
Φαντάσου, λοιπόν, να τον είχες παντρευτεί, να είχες κάνει παιδιά μαζί του, και μία μέρα να την έκανε για κάποιον άλλον λόγο.
Γιατί θα την έκανε, κοπελιά.
Διότι αυτός είναι ο ορισμός του "λαμόγιο".

Μπορεί, λοιπόν, να είναι κάτι δυσάρεστο, αλλά να χαίρεσαι που συνέβη τώρα.
Τώρα, που δεν μπορούσες να το κρατήσεις αυτό το παιδί.
Μετά, δεν ξέρεις μπροστά σε τι δίλλημα θα την έκανε το ανθρωπάκι.
Ξέρω, πως όσο αποφασισμένη κι αν ήσουν για την κίνησή σου, σου στοίχισε.
Ακόμα και με τις πιο δυνατές που έχω πάει μαζί τους, βλέπω ότι κάτι πεθαίνει μέσα τους.

Δυστυχώς, όμως, το μητρικό είναι ένστικτο θηλυκού γένους.
Όχι αρσενικού.
Δεν υπάρχει πατρικό ένστικτο.
Και οι άνδρες που έχουν ευθύνη για τα παιδιά τους - γεννημένα/αγέννητα - στην Ελλάδα, είναι λίγοι.

Αλλά το δικό σου θέμα δεν είναι το παιδί.
Είναι η συμπεριφορά του που σε σόκαρε.
Και έχεις δίκαιο. Τεράστιο.
Μην περιμένεις, όμως, να το βρεις από εκείνον.
Κλάψε όσο θέλεις, θρήνησε για το παιδί σου, βρίσε με κι άλλο αν γουστάρεις - δε γαμιέται -, αλλά σε καμμία περίπτωση μην στενοχωριέσαι/λυπάσαι για το ότι ξεφτορτώθηκες ένα λαμόγιο.

Το τι θα έκανα εγώ - εάν είχες διαβάσει όλο το ιστολόγιο - θα έπρεπε να το ξέρεις ήδη.
Αλλά να σου τα συνοψίσω.
Δεν θα έκανα τίποτα.
Καμμία επαφή με εκείνον, καμμία αναφορά σε τρίτους.
Και εξηγώ.

Είμαι άνθρωπος που, όσο αυστηρός κι αν είμαι, όσο κακός, δίνω πάντα μία δεύτερη ευκαιρία.
Όχι γιατί το πιστεύω.
Αλλά γιατί μπορεί έστω και ένας να την αξίζει.
Και δεν θέλω να τον χάσω στον σωρό.
Ο κανόνας, όμως, είπαμε έχει τις εξαιρέσεις του.
Και σε κανένα λαμόγιο, κανείς, ποτέ, δεν πρέπει να δίνει δεύτερες ευκαιρίες.
Το μόνο που πρέπει, είναι να ξεχνά ότι υπάρχει.

Αναφορά σε τρίτους, ούτε γι' αστείο.
Δεν θα το έκανα λόγω χαρακτήρα, αλλά μετά και από όσα έχω ακούσει να λένε σε γυναίκες που πέρασαν το ίδιο με εσένα - θα μου ανέβει η πίεση τώρα, το νοιώθω... - δεν θα το έκανα ποτέ. Θα προτιμούσα να σκοτώσω κάποιον από αυτούς που λένε πράγματα τού στυλ: "Δεν ξέρεις πως μπορεί να αισθάνθηκε εκείνος... Μπορεί να πόνεσε περισσότερο από εσένα... Δεν ξέρεις πως αντιδρά ο κάθε άνθρωπος..."

(...)
(...)
(...)

Λοιπόν, κοπελιά, εγώ ξέρω.
Ο "άνθρωπος" που σου λέει ότι σε αγαπάει, αν μη τι άλλο, είναι παρών.
Ο "άνθρωπος" που δεν είναι εκεί όταν πρέπει, δεν είναι άνθρωπος.
Ο "άνθρωπος" που το βάζει στα πόδια/εξαφανίζεται/γαμιέται/δεν ξέρω, είναι ένα πουστράκι.
Ο "άνθρωπος" δεν απουσιάζει ποτέ.
Το πουστράκι την κάνει με ελαφρά και πλάγια, γιατί αγαπάει περισσότερο το τομάρι του, παρά εσένα που σου ορκίζονταν.

Και το πουστράκι θα ξαναγυρίσει.
Να το περιμένεις.
Όλα τα πουστράκια γυρίζουν.
Και θα σου φέρει ένα τσουβάλι δικαιολογίες, θα σου τις αραδιάσει γύρω σου, και θα σε προκαλέσει να διαλέξεις όποια σε πείθει περισσότερο.
Γιατί το πουστράκι σου, όλον αυτόν τον καιρό, αυτό δουλεύει: την λίστα.
Έχε τον νου σου, κοπελιά.
Το πουστράκι θα γυρίσει.

Άκου και κάτι τελευταίο από εμένα.
Που μπορεί να με μισείς, αλλά θέλεις να με διαβάσεις...
Μην ακούς τι λένε οι άλλοι σε αυτές τις περιπτώσεις.
Οι άλλοι είναι η μάζα - από αυτήν βγήκε και το πουστράκι σου.
Μην πέσεις στις παραμύθες και τις παρηγοριές τού κώλου.
Όταν μας συμβαίνει κάτι σοβαρό - και ιδίως κάτι σαν αυτό, όταν είμαστε γυναίκες - γινόμαστε ευάλωτες, και μόνο η παρουσία ενός ξένου μάς ηρεμεί.
Η απουσία τού δικού μας ανθρώπου - και ιδίως του συντρόφου που μας "αγαπούσε" - δεν συγχωρείται ποτέ.

Σταμάτα, λοιπόν, να στέλνεις mail σε άτομα που δεν έχουν καμμία σχέση με όσα τα κατηγορείς, σκούπισε τα δάκρυά σου, και συνέχισε την ζωή που ζούσες.
Κανονικά.
Και όταν θα γυρίσει το πουστράκι σου, μην βγάλεις άχνα.
Άσε τον να σου πει ό,τι θέλει να σου πει - εννοείται πως θα μου τα στείλεις να τα διαβάσω, μετά από τέτοια σύγχυση, να διασκεδάσω κι εγώ η Αφέντρα... -, ευχαρίστησέ τον για την επίσκεψη, και κλείσε την πόρτα πίσω του, σαν να μην έγινε τίποτα.

Γιατί τίποτα δεν έγινε, κοπελιά.
Απλά, πήρες ένα μάθημα.
Πήγαινε να βρεις έναν πραγματικό άνδρα.
Κι όταν τον βρεις, ξαναέλα να με διαβάσεις.

Καλά, και από την αρχή.
Χωρίς δάκρυα στα μάτια.